Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Φιλοκτήτης Η. Λαμπράκης: ΕΝΑΣ ΒΟΝΙΤΣΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ (ολοκληρωμένο)

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ



Σαν Όνειρα και σαν Πόθοι

     Το 1923 ο Φιλοκτήτης Λαμπράκης, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Πέτρος Λειμώνας, εκδίδει την συλλογή ποιημάτων «Σαν Όνειρα και σαν Πόθοι». Η συλλογή δημιουργεί αίσθηση στους φιλολογικούς κύκλους, για το ιδιόμορφο τηςγραφής, των ανάμεικτων και συνεχώς εναλλασσόμενων συναισθημάτων.
 Η  συλλογή φέρει την αφιέρωση:  «στη σκιά της μητέρας μου».

     Από την εν λόγω συλλογή, παραθέτουμε ένα ποίημα του Φιλοκτήτη με τίτλο «Σε μια γωνιά του Αμβρακικού». Η επιλογή του ποιήματος έγινε με κριτήριο την ημερομηνία της σύνταξής του. Είναι η 13η  Φεβρουαρίου του 1929,  ακριβώς πριν από 86 χρόνια.

Σε μια γωνιά του Αμβρακικού

Άκρη γλυκιά ανάμερο, κατάλευκο ακρογιάλι,
βουνά καλά, του κάμπου μας λουλούδια μυρωμένα,
κλαριά, που εις τους κλάδους σας κάθε πουλάκι ψάλλει,
δεχθείτε ένα τρυφερό φιλάκι κι’ από μένα.

Δεν σας ξεχνώ ο άμοιρος κι’ αν ‘έφυγα μακρυά σας,
ώ,  δεν ξεχνώ την αύρα σας, το γαλανό σας κύμα,
τις μυρωμένες ποταμιές και τα καλά νερά σας,
τη δακρυοστάλακτη δροσιά και το θλιμμένο … μνήμα!.....



Κάθε στιγμή στη ρέμβη μου τριγύρω μου πετάτε
κι’ αύρα άλλων μου καιρών με μυριοβαλσαμώνει….
Αχ!... Η καρδιά μου η πτωχή δεν παύει να θυμάται
και τη γλυκειά ενθύμησι μαζύ σας μ’ ανταμώνει.

… Μα τι σκληρό προαίσθημα με περιτριγυρίζει
για σε, πατρίδα μου γλυκειά, για σε καλό λιμάνι!
Μου φαίνεται μ΄ερείπια το μέλλον σας μυρίζει
και μια φωνή στα βάθη μου φαρμακωμένη φθάνει…

Σ΄έχουν ρουφήξει, σ΄έχουνε, πατρίδα μου, πεθάνει,
αίμα δεν σ’ άφησαν σταλλιά, σου έφαγαν το σώμα,
και τι δεν έχουν σοφισθή και δεν έχουν κάνει
ως που σιγά σε άφησαν σαν γυμνωμένο πτώμα…

Χαίρε, γλυκό, ανάμερο, κατάλευκο ακρογιάλι
και σείς βουνά μου έμμορφα και φουντωμένα δάση,
για σας η δόλια μου καρδιά δεν έπαυσε να πάλλη…
Μόνον αυτή η ενθύμησις ποτέ δεν θα περάση.

Αθήναι 13 Φεβρουαρίου 1908



     Ποιος ήταν ο Φιλοκτήτης Λαμπράκης; Ποιοί οι απόγονοί του; Που κατοικούσε; Ποιο ήταν το επάγγελμά του; Ποια η ζωή του;
       Ας αρχίσουμε με μια φωτογραφία του. Την μοναδική που έχει η έρευνά μας. Μπορεί να είναι αρκετά θολή αλλά μπορεί να μας δώσει ένα περίγραμμα της μορφής του:


        Για να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, θα χρειαστεί τουλάχιστον μια δίτομη έκδοση, με βάση τα ήδη συγκεντρωμένα στοιχεία. Η ενασχόληση τουσυλλόγου μας είχε αρχίσει από το 2009, όταν αποκτήσαμε 24 φύλλα τηςεφημερίδας «ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ», περιόδου, 1937-1938Στο δεύτερο φύλλο της εφημερίδας υπήρχε το ποίημα για τον πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα. Δημοσιοποιήσαμε αμέσως το ποίημα και αρχίσαμε να ερευνούμε για τον ποιητή.
        Το μέλος του συλλόγου μας, ο Παντελής Σουρτζής, είχε  μια έκδοση των ποιημάτων την οποία μας έδωσε. Μελετήσαμε τα ποιήματα. Μας εντυπωσίασε ο τρόπος έκφρασης. Κάτι συνέβαινε.
      Με την βοήθειά του Παντελή, καθώς επίσης και του Σπύρου Βασιλάκου, ήλθαμε σε επαφή με ανθρώπους που είχαν άμεση σχέση με την οικογένεια του Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Με συνεχείς συνεντεύξεις προσπαθήσαμε να ανακαλύψουμε τις άγνωστες πλευρές ενός ανθρώπου που είχε σχέση με την ποίηση, τηζωγραφική, την γή, την επιστήμη της Φαρμακευτικής, ενός μοναδικού ανθρώπου.

       Θα προσπαθήσουμε μέσα σε δύο άρθρα,  να κατανοήσουν οι αναγνώστες  ορισμένα στοιχεία για τον Φιλοκτήτη Λαμπράκη.
     Ηταν Βονιτσιάνος με σημαντική περιουσία τόσο στη Βόνιτσα, όσο και στηΠρέβεζα. Σπούδασε την Φαρμακευτική και δραστηριοποιήθηκε στη ΠρέβεζαΤο φαρμακείο του, εκτός από την πολυπληθή και αξιόλογη πελατεία του, ήταν το στέκι των φιλολόγων της Πρέβεζας. Το κτίριο που στεγάζονταν το φαρμακείο ήταν εκεί που σήμερα λειτουργεί το κατάστημα Chillbox.
      Στη Βόνιτσα, η οικογένειά του είχε ένα μοναδικό αρχοντικό. Ηταν μέσα σεένα μεγάλο οικόπεδο και στο κέντρο του, το διώροφο αρχοντικό. Η πρόσβαση στον όροφο γίνονταν με αμφίδρομη πέτρινη σκάλα, ενώ ο εξώστης (μπόντζος)προστάτευε τις δύο υπέροχες εισόδους (με καμάρες) του ισογείου (κατόϊ). 

       Ο Φιλοκτήτης Λαμπράκης  νυμφεύεται την  κόρη του Βασιλείου Κουρκούτα.Ο Κουρκούτας εκείνη την εποχή είναι Φαρμακοποιός στη Βόνιτσα, με στέγαση του Φαρμακείου του, στο ιδιόκτητο κτίριο που δέσποζε στην βόρεια-δυτική άκρη της τότε Πλατείας Ζορμπά. Σημειώνουμε ότι η πλατεία, το 1937 άλλαξε όνομα σε «4ηςΑυγούστου», αλλά οι Βονιτσιάνοι την αποκαλούσαν πλατεία τη   «Νυχτερίδας».Σήμερα η πλατεία ονομάζεται «Επαμεινώνδα Σακελλαροπούλου». Για τον Β. Κουρκούτα θα αναφερθούμε σε επόμενα άρθρα. Εδώ χρειάζεται μόνο να αναφέρουμε  ότι ο σημερινός  χώρος στέγασης του Δημοτικού σχολείου, ανήκε στον Κουρκούτα, ο οποίος τον παραχώρησε στο Δημόσιο.

          Δεν έχουμε στοιχεία για τον γάμο του Φιλοκτήτη, ούτε για την προίκα που πρέπει να έλαβε από τον πεθερό του Βασίλειο Κουρκούτα. Υπάρχει όμως μια αξιόλογη πληροφορία για ένα μέρος από το προικιό που έλαβε. Ο Κουρκούτας είχε στο Πλατανιά της Βόνιτσας ένα πρωτοποριακό αγρόκτημα, των 40 περίπου στρεμμάτων. Παραχωρεί μόνο το ½ του αγροκτήματος στον γαμπρό του, τον Φιλοκτήτη. Από τις συνεντεύξεις που λάβαμε, όλες οι γνώμες συγκλίνουν στο ότι ο Φιλοκτήτης ήθελε ολόκληρο το αγρόκτημα και δεν τον ενδιέφερε η υπόλοιπη περιουσία. Αμεσα αγοράζει μια έκταση δίπλα στο μισό προικώο αγρόκτημα και αρχίζει να συναγωνίζεται τον πεθερό του, στα αγροτικά προϊόντα και τις βραβεύσεις σε Ελληνικές και διεθνείς εκθέσεις.
      Λές και δεν είχε σπουδάσει την Φαρμακευτική, λές και δεν ήταν ένας από τους πιο πλούσιους της περιοχής, ο Φιλοκτήτης, δίνει  μεγάλη σημασία στο αγρόκτημα.  Οι γνώσεις του, η θέλησή του, το πανέξυπνο μυαλό του, όλα μαζί συντονίζονται στις πρωτοποριακές αγροτικές παραγωγές. Ευρεσιτεχνίες, νέες τεχνικές , με αποτελέσματα που μεταφράζονταν σε ελληνικές και διεθνείς διακρίσεις.
      Στο πρόσωπο του Φιλοκτήτη διακρίνουμε ένα έλληνα «Λεονάρντο ντα Βίντσι”. Και σε πιο τομέα δεν διακρίθηκε. Υπέροχος ζωγράφος, όχι μόνο σε καμβά αλλά και σε κομμένους κορμούς δέντρων. Ποιήματα, δοκίμια, ένας άλλος τρόπος ζωής.
        Μας έκανε εντύπωση η κάθε χρόνο μετάβασή του στο Κέφαλο (νησί μέσα στον Αμβρακικό) όπου με την οικογένειά του έκανε διακοπές.
      Όμως αυτός ο έλληνας «Λεονάρντο», στα ποιήματά του έβγαζε μια παράξενη μελαγχολία. Σαν κάποια άγνωστη πηγή,  του είχε ανακοινώσει το μέλλον, του είχε πεί το τι θα ακολουθούσε…

Τέλος του Α’ μέρους

Ντίνος Στυλιανός
Αντιπρόεδρος του συλλόγου
Αμφικτιονία Ακαρνάνων

Φιλοκτήτης Η. Λαμπράκης: ΕΝΑΣ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΣ ΒΟΝΙΤΣΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ (Β΄ μέρος)

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Project  «Φιλοκτήτης Λαμπράκης» 


   Στις αρχές Φεβρουαρίου είχαμε παρουσιάσει το πρώτο μέρος της ιστορικής έρευνας για τον ευγενή Βονιτσιάνο Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Το υλικό της εργασίας, όπως και τότε αναγγέλθηκε, υπερβαίνει τους δύο τόμους. Όσο και να περιορίσουμε την έκταση των πληροφοριών, που χρειάζονται να παρουσιαστούν, είναι απαραίτητη η σε τέσσερες τμηματικές αναρτήσεις, παράθεση των στοιχείων της εργασίας.
Σήμερα, στο β’ μέρος, θα σας παραδώσουμε δύο κεφάλαια:
1.-Οι πρώτες επαφές με το περιεχόμενο της συλλογής.
2.-Το αρχοντικό της οικογένειας Λαμπράκη.
  
Οι πρώτες επαφές με το περιεχόμενο της συλλογής

        Την περίοδο 1974-1983, στη Βόνιτσα, είχε δραστηριοποιηθεί ο πολιτιστικός σύλλογος «ANAKTOΡΙΟ», με έκδοση εφημερίδας,  εκδηλώσεις και με μεγάλη δανειστική βιβλιοθήκη. Η βιβλιοθήκη κάλυπτε περίπου 70 τμ, σε κτίριο επί της κεντρικής πλατείας.
     Ένα από τα βιβλία της βιβλιοθήκης ήταν το «Σαν Όνειρα και σαν Πόθοι». Λόγω της σπανιότητας του βιβλίου, ο πρόεδρος του συλλόγου, Παντελής Σουρτζής, ζήτησε από την υπάλληλο της Βιβλιοθήκης, την Κων/να Παππά, να δακτυλογραφήσει την συλλογή. Επιλέχθηκε η δακτυλογράφηση αντί της φωτοτύπισης καθόσον εκείνη την εποχή η φωτοτυπία ήταν σε στατικό χαρτί, του οποίου  το περιεχόμενο εύκολα αλλοιώνονταν (μαύριζε).....
    Σε λίγα χρόνια ο Πολιτιστικός σύλλογος, υποχρεώθηκε να σταματήσει την δραστηριότητά του και  να κλείσει η δανειστική βιβλιοθήκη. Τα έξοδα λειτουργίας ήταν πολλά και το Κράτος προτιμούσε να επιχορηγεί άλλους συλλόγους, γιορτές και συναυλίες, αντί να καλύψει τα έξοδα  λειτουργίας μιας πνευματικής φωλιάς.
Τα βιβλία του συλλόγου σκορπίστηκαν ανάλογα με το χρώμα τους και το χρώμα από τις κουρτίνες του κάθε άρπαγα. Όσα βιβλία δεν είχαν το επιθυμητό χρώμα, γλύτωσαν από την αρπαγή, όμως βρέθηκαν πεταγμένα στο δάπεδο και από πάνω τους συσσωρευμένοι οι κάδοι των απορριμμάτων. Ευτυχώς που έγινε η δακτυλογράφηση, γιατί το μοναδικό αντίτυπο του βιβλίου με την συλλογή ποιημάτων του Φιλοκτήτη, εξαφανίστηκε. Ποια η τύχη του μοναδικού βιβλίου; Κανείς δεν γνωρίζει.

      Στα μέσα της δεκαετίας 2000-2010, οι Αμφικτίονες έγιναν κάτοχοι 24 φύλλων της εφημερίδας «Ανακτόριο», κυκλοφορίας την περίοδο 1937-1938, από τον τότε δικηγόρο και δημοσιογράφο, Δημήτριο Παπαγαλάνη. Στο 2ο φύλλο της εφημερίδας, εντόπισαν  τοποίημα για τον Πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα. Οι δύο τελευταίοι στίχοι ήταν γνωστοί στην Βόνιτσα αφού ήταν στο σώμα μιας πινακίδας στο κορμό του πλάτανου της κεντρικής πλατείας, έξω από τον Αγιο Σπυρίδωνα.

«Και συ μόνος τι κρίμα ,
να κάθεσαι και να θρηνείς
στου Στρατηγού το μνήμα». 


        Στα ανατολικά του πλάτανου, στο τότε νεκροταφείο της εκκλησίας, είχε ταφεί ο στρατηγός Δημήτριος Γρίβας, γιός του Θεοδωράκη. Κατά μια πληροφορία, στο χώρο αυτό είχαν τοποθετηθεί και τα οστά του Θεοδωράκη, που μεταφέρθηκαν από το Μεσολόγγι, από τον εκεί τάφο του.
       Για τους στίχους, πάνω στο πλάτανο, κανείς δεν είχε την γνώση, για τον στιχουργό.  Το ολοκληρωμένο ποίημα του δεύτερου φύλλου της εφημερίδας ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ, είχε την σημείωση «ένας Βονιτσιάνος ποιητής». Επικοινωνήσαμε με τον Παντελή Σουρτζή, ο οποίος μας  μίλησε για τον Φιλοκτήτη Λαμπράκη.
       Την χρονιά εκείνη, στη πλατεία της Βόνιτσας υπήρξε εκδήλωση με τα χορευτικά της Βόνιτσας (χοροδιδάσκαλος Σπύρος Σκλαβενίτης). Παραδώσαμε στον τότε πρόεδρο του Συλλόγου των εν Αθήναις Βονιτσιάνων, Κο Κ. Τσαβαλά, μια φωτοτυπία με ολόκληρο το ποίημα για τον Πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα, για την απαγγελία του.
      Η γνωστοποίηση όλου του ποιήματος έκανε εντύπωση σε όλους τους θεατές.
     Ο Παντελής Σουρτζής μας ενημέρωσε ότι έχει δακτυλογραφημένη όλη την συλλογή του Φιλοκτήτη. Τις σελίδες τις είχε δώσει στον Θεόδωρο Τραυλό, ο οποίος άμεσα μας τις έδωσε για να τις φωτοτυπήσουμε.
      Αρχίσαμε να εργαζόμαστε στην συλλογή του Φιλοκτήτη με αργό ρυθμό, μέχρι που υπήρξε η διαπίστωση ότι η Ψηφιακή βιβλιοθήκη «ΑΝΕΜΗ» φιλοξενεί μια φωτοτυπία του βιβλίου με την συλλογή του Φιλοκτήτη. Χαρακτηριστικό της συλλογής η προχειρότητα του σκαναρίσματος, με αποτέλεσμα να απουσιάζουν σημαντικά στοιχεία σε κάθε σελίδα.

       Τότε αποφασίστηκε να αρχίσουν οι συνεντεύξεις για την συγκέντρωση στοιχείων της ζωής και του έργου, αυτού του πολυσύνθετου και μοναδικού χαρακτήρα, του Φιλοκτήτη.  Με την βοήθεια του Σπύρου Βασιλάκου, επικοινωνήσαμε αρχικά με τονΓιάννη, γιό του Ηλία Τσουλούφου και μετά με τον ίδιο τον Κύριο Ηλία. Ο Κύριος Ηλίας Τσουλούφος είναι πρώτος εξάδελφος του Φιλοκτήτη, αφού η μητέρα του Ηλία Τσουλούφου και η μητέρα του Φιλοκτήτη Λαμπράκη ήταν αδελφές.
      Μέσα σε χρονικό διάστημα δύο ετών είχαμε πολύωρες τηλεφωνικές συνεντεύξεις. Κάθε φορά ένα σημείο συζήτησης μας έδινε στοιχεία για να συζητήσουμε το επόμενο. Το μεγάλο πλεονέκτημα των συνεντεύξεων με τον κύριο Ηλία, είναι η δυνατότητά του σε επιστρέφει στο αρχικό θέμα συζήτησης, μετά την παράκαμψη σε δευτερεύον θέμα της συζήτησης.
        Επίσης από μεγάλους, σε ηλικία, Βονιτσιάνους, αρχίσαμε την συγκέντρωση των δικών τους απόψεων, ώστε να υπάρχει η καταγεγραμμένη και η πλευρά των μη συγγενών, με τον Φιλοκτήτη, Βονιτσιάνων.
         Μια άλλη όμως εργασία, απέδωσε στοιχεία σημαντικά για το έργο του Φιλοκτήτη. Ηταν το Project  «To γαλλικών συμφερόντων εργοστάσιο επεξεργασίας γλυκόριζας στην Ενετική Βόνιτσα».

        Στη προσπάθεια να εντοπίσουμε το σημείο εγκατάστασης και λειτουργίας του εργοστασίου, εκτός από τα ενετικά κείμενα, λάβαμε συνεντεύξεις από υπερήλικες κατοίκους της Βόνιτσας. 
      Σε μια συνέντευξη που είχαμε με τον αείμνηστο ΕΥΣΤΑΘΙΟ ΚΑΡΑΜΠΑΛΗ, με το αυτοκίνητο, πήραμε τον δρόμο για να συναντήσουμε τις «μπουτοβάγιες». Στη διαδρομή για το ρέμα της Μπαστιάς, περάσαμε από κάποιο σημείο του Πλατανιά. 
     Σε αυτό το σημείο ο «μπάρμπα Στάθης» άρχισε να μιλά για το περιβόλι του Φιλοκτήτη.Δεν τον σταμάτησα ούτε για μια στιγμή. Άκουγα και η λαλιά του, μου επιβεβαίωνε όλα όσα κυρίως μου είχε πεί ο Κος Ηλίας Τσουλούφος. Ο Μπαρμπα Στάθης γνώριζε τον τόπο, σπιθαμή προς σπιθαμή, αφού ήταν εργολάβος στις μπουτοβάγιες από τη Μπαστιά και μέχρι την είσοδο στη Βόνιτσα.
      Επίσης συνεντεύξεις είχαμε από τους Βονιτσιάνους Παντελή Σουρτζή και  Ευδοκία Ντίνου.
       Με την βοήθεια του Επαμεινώνδα Νικάκη, ήλθαμε σε επαφή με τον Κύριο Χρήστο Καββαδία, ανιψιό από αδελφή του  Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Ο Επαμεινώνδας Νικάκης έλαβε συνεντεύξεις από τις αδελφές του κυρίου Χρήστου Καβαδία.

        Θα κλείσουμε την αναφορά  στο ιστορικό της έρευνας και τις συνεντεύξεις, με μια περιγραφή. Στις συζητήσεις του ο Μπαρμπα Στάθης, εκεί στο Πλατανιά, επανέλαβε τη φράση «ο Φιλοκτήτης αγαπούσε τη γή». Όταν αργότερα  γίνονταν η ταξινόμηση των συγκεντρωμένων πληροφοριών, έγινε αντιληπτή η επανάληψη της προαναφερόμενης έκφρασης. Τότε κατάλαβα το νόημα της φράσης. «Ποιος αγαπά τη γή και δεν είναι καλός άνθρωπος;»
      Για την συλλογή ποιημάτων, υπήρχε και μια άλλη πληροφορία, μέσα από τις πολύωρες συζητήσεις με τον κύριο Ηλία Τσουλούφο. Πρίν από χρόνια, ο κύριος Ηλίας, είχε δεί πολλές σελίδες με χειρόγραφα  του Φιλοκτήτη. Ηταν ποιήματα. Δεν μπορούσε να ταυτοποιήσει το  αν αυτή η συλλογή ήταν η ίδια με αυτή που είχε εκδοθεί και αυτό γιατί δεν γνώριζε ότι ο Φιλοκτήτης είχε από το 1923 εκδώσει συλλογή ποιημάτων. Δυστυχώς αυτά τα χειρόγραφα, σήμερα, δεν υπάρχουν.

     Σε μια άλλη συνεργασία η Ευδοκία Ντίνου, μας μίλησε για τον γιό του Φιλοκτήτη, τον Ηλία. Μέσα στις περιγραφές της μορφής του Ηλία, έγινε αναφορά για τα ποιήματα που έγραφε. Με δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια της, μετά και τον θάνατο του Ηλία, η σύζυγος του Φιλοκτήτη, η κυρία Ευθαλία, έζησε στην Αθήνα, στο σπίτι της αδελφής της, αυτό το γεγονός μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι τα χειρόγραφα που είχε δεί ο κύριος Ηλίας Τσουλούφος να ήταν ποιήματα του Ηλία Λαμπράκη, γιού του Φιλοκτήτη.
      Οι Αμφικτίονες προσπάθησαν να αναζητήσουν τυχόν και δεύτερη συλλογή ποιημάτων σε κάποιο εκδοτικό οίκο ή σε κάποιο αρχείο ψηφιακής βιβλιοθήκης. Δεν είχαμε αποτέλεσμα, όπως δεν είχαμε με την αναζήτηση των δύο βιβλίων του Κωνσταντίνου Μαλλιαρού (περίοδος έκδοσης 1900-1910) με τίτλο «Αστρονομία» και «πως δύναται τις να προστάξει τα πνεύματα».

Το αρχοντικό του Λαμπράκη



         Ο πατέρας του Φιλοκτήτη, ο Ηλίας Λαμπράκης,  το έτος 1839 κατασκευάζει το περίφημο αρχοντικό του. Σε μια πέτρα του αρχοντικού υπήρχε χαραγμένο το έτος. Σύμφωνα με τον Κύριο Ηλία Τσουλούφο, το αρχοντικό ήταν αντίγραφο από το σπίτι του Καποδίστρια σε χωριό της  Κέρκυρας. Αυτό το διαπίστωσε από ένα ημερολόγιο της Κέρκυρας που είχε φωτογραφία από ένα αρχοντικό του Καποδίστρια σε ένα χωριό της Κέρκυρας.
        Το αρχοντικό ήταν μέσα σε ένα μεγάλο οικόπεδο στα δυτικά της κεντρικής πλατείας της Βόνιτσας. Ειχε ένα κατώγι, με ύψος τέτοιο που να εξυπηρετεί τις καθημερινές ανάγκες, ενώ το ανώγειο είχε το ύψος των αρχοντικών, δηλ. ψηλοντάβανο. Η είσοδος στο κατώγι γίνονταν από δύο καμάρες, οι οποίες στήριζαν τον μπόντζο του ορόφου. Η πρόσβαση στον όροφο γίνονταν από δύο σκάλες, αριστερά και δεξιά, δίνοντας μια απόλυτη συμμετρία στο αρχοντικό.
       Η τοποθεσία του αρχοντικού ήταν στο παζάρι της Βόνιτσας, το παλιό Borgo. Γύρω του υπήρχαν ή μετέπειτα κτίστηκαν τα περίφημα αρχοντικά της Βόνιτσας.
        Κατοικήθηκε από την οικογένεια του Ηλία Λαμπράκη και μετά από τον Φιλοκτήτη Λαμπράκη. Τη περίοδο που ο Φιλοκτήτης και η οικογένειά του διέμειναν στη Πρέβεζα, το αρχοντικό, τους δέχονταν συνήθως τις Κυριακές, αφού ο Φιλοκήτης είχε δεθεί με το αγρόκτημα που είχε στον Πλατανιά.
      Με τους πρώτους βομβαρδισμούς της Πρέβεζας από τα Ιταλικά πολεμικά αεροπλάνα, το αρχοντικό ξαναγέμισε, αφού η Βόνιτσα δέχθηκε όλους τους Πρεβεζιάνους που είχαν συγγενείς ή δικά τους σπίτια στη Βόνιτσα. Η οικογένεια του Φιλοκτήτη ξαναήλθε στηΒόνιτσα, από τη Πρέβεζα, όταν τα αγγλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν την Πρέβεζα.
        Μετά τον θάνατο του Δημήτρη, η Ευθαλία, χήρα πλέον του Φιλοκτήτη, επανέρχεται στο αρχοντικό της Βόνιτσας με τα δύο παιδιά της, την Ελισάβετ και τον Ηλία.
        Ζει εκεί, εκτός από μικρά διαστήματα που επισκέπτεται την Αθήνα, μέχρι και τονθάνατο του γιού της Ηλία. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, εγκαταλείπει το αρχοντικό και εγκαθίσταται στην Αθήνα.
        Τη περίοδο αυτή ο ζωγράφος Σταύρακας, στήνει το καβαλέτο του στην αυλή του αρχοντικού και με το πινέλο του, αποθανατίζει την τελευταία εικόνα του.


         Η Ευθαλία, χήρα Φιλοκτήτη, δύο χρόνια πρίν τον θάνατό της, μεταβιβάζει τη περιουσία της στην αδελφή της,  την Δάφνη.
Το αρχοντικό με την εγκατάλειψη που είχε, κάθε ημέρα το κατέστρεφε με μεγάλη ταχύτητα. Μια φωτογραφία αυτής της περιόδου, μας δείχνει τα σημάδια της εγκατάλειψης. 


         Σπουδαστές των εκπαιδευτηρίων πληροφορικής, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της σχολής, αποφασίζουν να δημιουργήσουν με γραφικά της γλώσσας προγραμματισμούLOGO,  αξιόλογα τοπία της Βόνιτσας. Μια ομάδα εργάστηκε με την πύλη της χώρας, άλλη με το αρχοντικό Λαμπράκη, άλλη με τους ημικυκλικούς  προμαχώνες κλπ..

Οι μαθητές αποθανάτισαν με τα γραφικά της γλώσσας προγραμματισμού LOGO, το αρχοντικό Λαμπράκη.


      Παρά την καταστροφή του κτιρίου, εσωτερικά έχουν μείνει πολλά από τα έπιπλα, τους πίνακες ζωγραφικής, τα κειμήλια της οικογένειας. Τα περισσότερα από αυτά, αρπάζονται κρυφά και πουλιούνται στο Μοναστηράκι Αθηνών. Ο σύζυγος της κυρίας Δάφνης, ο κύριος Ηλίας Τσουλούφος κατορθώνει σώζει ελάχιστα από τα κειμήλια. Εντοπίζει το κατάστημα με τις αντίκες  στο Μοναστηράκι και από εκεί  παίρνει το ραδιόφωνο, που είχε ο Φιλοκτήτης.

        Λίγα χρόνια πριν, μια Βονιτσιάνικη επιχείρηση, προχωρεί στην υλοποίηση μιας διαφήμισης με πολιτιστικό υπόβαθρο. Αναθέτει σε ζωγράφο την αποτύπωση, σε γκραβούρες, διάφορων τοπίων της ΒόνιτσαςΔώδεκα γκραβούρες στολίζουν ένα μοναδικό ημερολόγιο, αποθανατίζοντας την παλιά Βόνιτσα. Η καλλίτερη διαφήμιση για μια επιχείρηση, ένα πολιτιστικό έργο.
        Ο Επαμεινώνδας Νικάκης αναλαμβάνει το σχετικό project και επικοινωνεί με την επιχείρηση, ξυλουργικό εργοστάσιο Δημήτριος Κύρκος (ΒΕΞ ΑΕ). Από την επιχείρηση του παραδίδουν όλη την σειρά, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ένα θέμα για μια παλιά γειτονιά της Βόνιτσας. Στα δεξιά αυτής της γκραβούρας, διακρίνεται το αρχοντικό του Λαμπράκη.
      Σε αυτό το σημείο, σας ενημερώνουμε ότι ο  Επαμεινώνδας Νικάκης (πρώην Διευθυντής του Τεχνικού Λυκείου), έχει αναρτήσει σχετικό άρθρο με τις υπέροχες γκραβούρες. Από αυτή την εργασία, σας παραδίδουμε την γκραβούρα με την παλιά γειτονιά της Βόνιτσας.


       Σαν να μην έφτανε η εγκατάλειψη του αρχοντικού,  εμφανίζεται ένα άλλο πρόβλημα. Με την δημιουργία του νέου σχεδίου πόλης της Βόνιτσας,  υπήρξε από πλευράς του Δήμου, ηφαεινή ιδέα του γκρεμίσματος του αρχοντικού και με το υπόλοιπο  ελεύθερο οικόπεδο την κατασκευή  πλατείας.

        Η Δάφνη Τσουλούφου, αδελφή της Ευθαλίας χήρας Φιλοκτήτη Λαμπράκη, καταφεύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας και κερδίζει  την ακεραιότητα του αρχοντικού. Δυστυχώς, σε λίγα χρόνια ο Δήμος επανέρχεται με ένα μεγάλο δίλλημα για την κυρία Δάφνη. «Αν κάποιος τραυματιστεί με την πτώση τμημάτων του σπιτιού, θα έχεις ολόκληρη την ευθύνη», λες και ήταν το μοναδικό ακατοίκητο κτίριο στη Βόνιτσα.
      Η κυρία Δάφνη αναγκάζεται να συμφωνήσει για την ισοπέδωση του αρχοντικού, ισοπέδωση που γίνεται με έξοδα του Δήμου.

Τέλος του Β’ μέρους

Στο Γ’ μέρος θα παρουσιαστεί το γενεαλογικό δέντρο, της ευγενούς Βονιτσιάνικης οικογένειας  «Λαμπράκη».


 Ντίνος Στυλιανός
Αντιπρόεδρος της Αμφικτιονίας Ακαρνάνων

Φιλοκτήτης Η. Λαμπράκης: ΕΝΑΣ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΣ ΒΟΝΙΤΣΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ (Γ΄μέρος)

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Project  «Φιλοκτήτης Λαμπράκης»
Γ’ μέρος «σαν ένα μνημόσυνο» 

         Ο πατέρας του Φιλοκτήτη ήταν ο Ηλίας Λαμπράκης, δικολάβος στο επάγγελμα. Στη Βόνιτσα, το έτος 1839 η οικογένειά του  κατασκευάζει το περίφημο αρχοντικό του. Σε μια πέτρα του αρχοντικού ήταν χαραγμένο το έτος κατασκευής.
     Ο Ηλίας Λαμπράκης (ο πατέρας του Φιλοκτήτη), νυμφεύτηκε την Ελισάβετ,  το γένος Δρίβα. Η Ελισάβετ  είχε γεννηθεί το έτος 1856. Σύμφωνα με τα συγκεντρωμένα στοιχεία, η οικογένεια Δρίβα ήταν μια ισχυρά οικονομική φαμίλια και με υψηλή θέση στη κοινωνία της περιοχής.  Το να δοθεί η Ελισάβετ στον Ηλία Λαμπράκη, μας  δίνει το δικαίωμα για ανάλογα συμπεράσματα περί της θέσης εκτίμησης που έπρεπε να έχει ο  Ηλίας Λαμπράκης.
       Από τα νοτάρια της Βόνιτσας δεν υπάρχουν συμβόλαια ή άλλες πράξεις που να παρουσιάζουν την ύπαρξη ισχυρής οικογένειας Λαμπράκη. Δύο συμβόλαια ενοικίασης που υπάρχουν, αυτά είναι μικρής αξίας. Αυτά δεν δύνανται να ταυτιστούν με πρόγονους του Ηλία Λαμπράκη. Το επάγγελμα του Ηλία Λαμπράκη, δηλ. δικολάβος σημαίνει ότι γνώριζε γράμματα και μάλιστα σε τέτοιο επίπεδο που «ετοίμαζε» τα απαραίτητα χαρτιά για τους δικηγόρους ή τακτοποιούσε μόνος του εξωδικαστικές διαφορές.
         Την περίοδο από το 1780 μέχρι και το 1912, κυρίως όμως από το 1780 μέχρι το 1881, η Βόνιτσα προορίζονταν για την πόλη - πύλη προς και από την Ευρώπη. Η επίσκεψη του Κουμουνδούρου το 1870, οι λύσεις που ο πρωθυπουργός επέβαλλε, οι προοπτικές που ανέπτυξε για τη Βόνιτσα, τα δάνεια που μετά την επίσκεψή του  άμεσα χορηγήθηκαν, έφεραν στη Βόνιτσα μεγαλόβαθμους αξιωματικούς του στρατού , της χωροφυλακής, καθώς και πολλών άλλων δημόσιων υπηρεσιών. Οι προύχοντες της Βόνιτσας προχώρησαν σε αρραβώνες των κοριτσιών τους με τα υψηλόβαθμα στελέχη των δημόσιων Υπηρεσιών,περιορίζοντας τις μέχρι τότε  προτιμήσεις με απογόνους από τα «τζάκια του 1821».
      Σε όλα τα σημεία της έρευνας μας, όπου και να συναντούσαμε την Ελισάβετ ως σύζυγο του Ηλία Λαμπράκη, πάντα υπήρχε ο προσδιορισμός της προέλευσής της , «Ελισάβετ Ηλία Λαμπράκη, το γένος Δρίβα»......



Από τα στοιχεία που συγκεντρώσαμε, το ζεύγος Ηλία Λαμπράκη και Ελισάβετ Δρίβα, απέκτησε τρείς κόρες και ένα γιο. Αυτά, με σειρά γέννησης, ήταν:

1-ΕΥΣΤΑΘΙΑ: Ήταν η πρώτη κόρη του Ηλία Λαμπράκη και της Ελισάβετ το γένος Δρίβα.  Η έρευνα δεν εντόπισε το έτος γέννησης, αλλά με τα δεδομένα που παρατίθενται, η γέννηση της Ευσταθίας πρέπει να ήταν ανάμεσα στα 1878 και 1881. Η Ευσταθία, σε μικρή ηλικία, παντρεύεται με  τον Κονιδάρη, ένα έμπορο σιτηρών από τη Κεφαλονιά.   Η συγκατάβαση για αυτό τον γάμο γίνεται από την μητέρα της.
     Το εμπόριο των σιτηρών γίνονταν με απευθείας αγορές και μεταφορές, με δικά του καράβια, από την Οδησσό. Σύντομα όμως η Ευσταθία αντιμετωπίζει τη φτώχια αφού ο σύζυγός της πτωχεύει. Τα πλοία του ναυαγούν παίρνοντας μαζί τους όλη την οικονομική επιφάνεια του ζεύγους Κονιδάρη.  Η οικογένεια υποχρεώνεται να εγκατασταθεί στο πατρικό του συζύγου της Ευσταθίας, στα Κονιδαράτα Κεφαλονιάς. Το 1903 η Ελισάβετ Λαμπράκη επισκέφτηκε τη κόρη της στα Κονιδαράτα και βρίσκεται μπροστά σε μια τραγωδία.   Η Ελισάβετ θεωρεί τον εαυτό της ως υπεύθυνη για την κατάσταση και την δυστυχία της κόρης της (λόγω της επιμονής της να γίνει αυτός ο γάμος). Επιστρέφει στη Βόνιτσα. Δεν μπορεί να ξεπεράσει την αίσθηση της ευθύνης της και αυτό την σκοτώνει.

2.-ΕΥΓΕΝΙΑ:  Πρέπει να γεννήθηκε ανάμεσα στα έτη 1881-1884. Πέθανε πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, περίπου το 1939.  Ηταν ανύπανδρη.

3-ΟΛΥΜΠΙΑ: Γεννήθηκε το 1888.  Το 1917 παντρεύεται τον Κίμωνα ΚΑΒΑΔΙΑ. Αποκτά τον Χρίστο, (σήμερα συνταξιούχο δικηγόρο Αθηνών) την Ελισάβετ  και την Σένα. Με βάση την επιγραφή στον οικογενειακό τάφο, η Ολυμπία πέθανε το έτος 1928.

4-ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ: Γεννήθηκε το 1889. Δεν έχουμε στοιχεία για το όνομα που δόθηκε στον Φιλοκτήτη, δηλ. αν ήταν το όνομα του παππού του ή αν ήταν μέσα στο γενικότερο κλίμα που υπήρχε στους προύχοντες της περιοχής να βαπτίζουν τα παιδιά τους και να τους δίνουν ονόματα αρχαίων Ελλήνων.        Καλό παράδειγμα αυτής της συνήθειας ήταν στα Παλιάμπελα Βόνιτσας. Σχεδόν τα μισά παιδιά των Παλιαμπέλων, στις αρχές του αιώνα , έιχαν όνομα από τους αρχαίους Ελληνες.

      Σε ηλικία 13 ετών, στις 18 Μαρτίου 1903,  στερείται τη μητέρα του και αυτό το γεγονός του στιγματίζει την εφηβική ζωή.


      Το πρώτο ποίημα στη συλλογή «Σαν Όνειρα και σαν Πόθοι» έχει την πληροφορία ότι γράφτηκε στη Κέρκυρα στις 4 Νοεμβρίου 1903. 
     Τα δεδομένα, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Φιλοκτήτης, μόλις τελείωσε το Δημοτικό, έφυγε από τη Βόνιτσα για τις επόμενες σπουδές του. Τον Μάρτιο του1903, το μήνα που πέθανε η μητέρα του, ο Φιλοκτήτης πρέπει να έλειπε από τη Βόνιτσα.
       Διαβάζοντας το πρώτο ποίημα της συλλογής (το οποίο έχει σημείωση ότιγράφθηκε στη Κέρκυρα) και σε σχέση με την ημερομηνία θανάτου της μητέρας του, όταν συνέβη ο θάνατος της μητέρας του, είναι αρκετά πιθανόν οΦιλοκτήτης να  ήταν στη Κέρκυρα.  Το γιατί στη Κέρκυρα,  η έρευνα δεν μας έδωσε απαντήσεις. Σήμερα στη Κέρκυρα δεν έχουμε φαμίλιες «Λαμπράκη». Η κάποια σύνδεση με τη Κέρκυρα, μας την έδωσε το σχέδιο του αρχοντικού Λαμπράκη στη Βόνιτσα, ένα αρχοντικό με ομοιότητα του αρχοντικού Καποδίστρια, σε χωριό της Κέρκυρας. Πιθανόν στη Κέρκυρα να ζούσε μόνιμα ή να  υπηρετούσε κάποιος συγγενής του Ηλία Λαμπράκη. Ολες οι παραπάνω υποθέσεις, προσπαθούν να στηρίξουν το ερώτημα «ποιος ανέλαβε την φροντίδα του Φιλοκτήτη στη Κέρκυρα;».
      Από τα περιεχόμενα των ποιημάτων αλλά και από συνεντεύξεις, υπάρχουν τα στοιχεία για το ότι ο Φιλοκτήτης είχε σοβαρή μουσική παιδεία (βιολί και μαντολίνο). Σε ένα ποίημα του, το 1908 (ακριβώς μετά από την αποφοίτησή του από το δεύτερο σχολείο), ο Φιλοκτήτης γράφει ότι μόνη συντροφιά του είναι το  βιολί. Επίσης στη συνέντευξή μας με την Ελισάβετ Καβαδία (ανιψιά του Φιλοκτήτη από την αδελφή του την Ολυμπία) ενημερωθήκαμε ότι όταν ήταν μικρή έβλεπε τον Φιλοκτήτη να γράφει νότες για τραγούδια του, να τα παίζει με μαντολίνο ενώ αυτή τραγουδούσε μαζί του.
        Από τις συνεντεύξεις με την άλλη ανιψιά του Φιλοκτήτη, την Ζένα Καβαδία, ενημερωθήκαμε ότι ο Φιλοκτήτης ήταν άριστος γνώστης της Γαλλικής γλώσσας.
      Όλα αυτά συνηγορούν (με πρώτο στοιχείο κρίσης η σημείωση στο πρώτο ποίημα της συλλογής) στο ότι ο Φιλοκτήτης μετά το Δημοτικό , σπούδασε για εξι χρόνια στην Κέρκυρα.
Εδώ τίθεται ένα κρίσιμο ερώτημα: Ενημερώθηκε ο Φιλοκτήτης για τον θάνατο της αγαπημένης του μητέρας; Έζησε τόσα χρόνια στη Κέρκυρα με την ελπίδα επιστρέφοντας στη Βόνιτσα να πέσει στην αγκαλιά της μεγάλης του αγάπης, της μητέρας του; (όπως το περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο στα ποιήματά του) .
       Αν αυτή η υπόθεση αληθεύει τότε όλα όσα συνέβησαν στη Βόνιτσα, την περίοδο που γυρίζει από την Κέρκυρα, επαληθεύονται και ταυτοποιούνται.

        Το 1908, ο Φιλοκτήτης βρίσκεται στη Βόνιτσα. Η χρονιά που γυρίζει στη Βόνιτσα μπορεί να συμπέσει με το τέλος των δεύτερων σπουδών του. Είναι το έτος που τα ποιήματά του εκφράζουν μια παράξενη μελαγχολία.  Ζεί μια κατάσταση, που πολλά χρόνια μετά, η Ακακία Κορδόση, μέσω της «μοναξιάς των δημιουργών» δίνει το ιδεολογικό περίγραμμα μιας μοναδικής στιγμής στην ανθρώπινη συμπεριφορά.  Αυτός ο «βομβαρδισμός» από ποιήματα που καθαρά δείχνουν την θλίψη του για τον θάνατο της μητέρας του, μας οδηγούν στη σκέψη ότι εκεί στα ξένα, δεν γνωστοποιήθηκε στο Φιλοκτήτη, η απώλεια της μητέρας του. Είναι τόσος μεγάλος ο ψυχικός πόνος στο Φιλοκτήτη, που τα ποιήματα αυτής της περιόδου κυριαρχούνται από «την σκιά της μητέρας του». Μια σκιά που του λείπει, μια αγάπη που περίμενε να τη γευτεί και αυτή έχει χαθεί.  Σε αυτό το σημείο η γραφή μας πρέπει να σταματήσει, δεν μπορεί να μεταφέρει τον ψυχικό κόσμο του Φιλοκτήτη σε μια σελίδα χαρτιού.
        Ο μήνας Σεπτέμβριος του 1908 πρέπει να είναι το αποκορύφωμα της «μοναξιάς» του Φιλοκτήτη. Στο αρχοντικό ζεί με τον πατέρα του και τις δύο αδελφές του. Όμως η μοναξιά, η έλλειψη της μάνας του, τον κρυώνει. Σε όλα τα ποιήματα, οι τελευταίοι στίχοι αναφέρονται με κάθε τρόπο που μπορεί ναξεθάψει ένας ποιητής, στη μάνα του. Στο σύνολο των ποιημάτων της συλλογής, το 1/3 έχει ημερομηνία γραφής μέσα στο μήνα Σεπτέμβριο του 1908.  Αυτή την ενότητα των ποιημάτων, ο Φιλοκτήτης, την καταγράφει με τον τίτλο «ΕΡΗΜΙΚΕΣ ΝΥΧΤΕΣ».

       Στο ποίημα  της 1ης Σεπτεμβρίου του 1908, παρουσιάζει με ένα συγκλονιστικό τρόπο τη μοναξιά του. Κάθε περιγραφή από εμάς, όσο καλή και να ήταν, μειονεκτεί μπροστά στο ποίημα «Στιγμές» της 1ης Σεπτεμβρίου 1809. Είναι «η μοναξιά των δημιουργών».



Μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1909 ζει συνεχώς στη Βόνιτσα, με μια μικρή διακοπή τον Αύγουστο του 1909, όπου βρίσκεται στα Κονιδαράτα της Κεφαλονιάς,  στην αδελφή του Ευσταθία.




Το ποίημα «Ο αποχαιρετισμός» στις 29 Σεπτεμβρίου 1909, μας ενημερώνει ότι οΦιλοκτήτης φεύγει πλέον για τις πανεπιστημιακές σπουδές του.


     Σε όλο το διάστημα που βρίσκεται στην Αθήνα, ο Φιλοκτήτης δεν γράφει ούτε ένα ποίημα. Πρέπει να έμενε στην περιοχή της Κολοκυνθούς. Εκεί πρέπει να είχε δημιουργήσει σχέση, όπως αυτό εμφανίζει ένα ποίημα που το γράφει μετά από  πολλά χρόνια, όταν ξαναβρίσκεται στο χώρο που συναντιόνταν με την κοπέλα του  και αναπολεί.


          Από το περιεχόμενο του ποιήματος, που έγραψε επτά – οκτώ χρόνια αργότερα από τότε που είχε την σχέση του στην Αθήνα, μας παρουσιάζει μια σχέση που δίνει το δικαίωμα στον Φιλοκτήτη, να περιορίσει την μελαγχολία του και να εκφράσει μια άλλη πλευρά της ζωής του. Στην δεύτερη στροφή του ποιήματος υπάρχει μια παρουσίαση ενός γεγονότος που ο Φιλοκτήτης αναπολεί και μάλλον έχει μετανιώσει για την τότε απόφασή του. Η κοπέλα του, του είχε προτείνει να φύγουν μακριά, να αφήσουν τις υποχρεώσεις που τους δεσμεύουν και να αρχίσουν κάπου αλλού μια άλλη ζωή. Ο Φιλοκτήτης δεν αποδέχθηκε την πρόταση. Κάτι τον κράταγε αλλού.

      Επιστρέφει στη Βόνιτσα τον Ιούνιο του 1911. Τον Αύγουστο του 1911 επισκέπτεται την αδελφή του στα Κονιδαράτα της Κεφαλονιάς και επιστρέφοντας στην Βόνιτσα μένει εκεί μέχρι τον Μάρτιο του 1913. Από τον Απρίλιο του 1913 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1913 είναι στην Αρτα, σύμφωνα με τις σημειώσεις στα ποιήματά του.
         Είναι περίοδος του πολέμου. Δεν έχουμε στοιχεία για το αν σε αυτή τη περίοδο ήταν στρατεύσιμος (ως ιατροφαρμακευτική υποστήριξη), αλλά ένα ποίημά του, από την Αρτα, στο τέλος του πολέμου, μιλά για τόσους νεκρούς ….



            Τον Δεκέμβριο του 1913 είναι στη Πάτρα, όπου και εκεί με την γραφή του εμπλουτίζει την συλλογή των ποιημάτων του. Στη Πάτρα πρέπει να ζεί μέχρι και τα μέσα του  1915.
       Σε αυτό το διάστημα η παρουσία του Φιλοκτήτη , στη Πάτρα, μπορεί να έχει σχέση με την ενασχόλησή του με την επιστήμη που είχε σπουδάσει. Από την συνέντευξη που είχαμε με τον από την αδελφή του Ολυμπία, ανιψιό, τον Κο Χρήστο Καββαδία, υπάρχει η πληροφορία για την δραστηριοποίηση τουΦιλοκτήτη στη Πάτρα με δικό του Φαρμακείο. Όμως υπάρχουν δύο περίοδοι που ο Φιλοκτήτης  είναι στη Πάτρα. Δεν μπορεί τη πρώτη περίοδο να έχει δικό του φαρμακείο, γιατί η περίοδος είναι μικρή και αμέσως αρχίζει ο πόλεμος του 1912-1913 με τη Τουρκία, στον οποίο όπως είδαμε συμμετείχε ως στρατεύσιμος.
        Εκείνο που πρέπει να μας κάνει να σταθούμε στη πρώτη περίοδο ζωής τουΦιλοκτήτη στη Πάτρα είναι ένα ποίημα που έχει αφιερώσει στην Φιφή Μυλωνά:

Τον Μάρτιο και Απρίλιο του 1916 είναι στη Βόνιτσα.
Η Ελλάδα σε αυτή τη περίοδο έχει μπεί στον εθνικό διχασμό.         Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος από τις 16/8/1916 μέχρι και τις 15/6/1917 έχουν χωρίσει την Ελλάδα σε δύο Κράτη.  Σύμφωνα με την συνέντευξη που μας έδωσε ο κύριος Χρήστος Καββαδίας, ο  Φιλοκτήτης, αυτή τη περίοδο, βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, στο στρατόπεδο του Βενιζέλου. Μάλιστα οι πληροφορίες τον θέτουν στην στενή ομάδα του Βενιζέλου. Σε αυτή τη περίοδο δεν έχουμε κανένα ποίημα, στην αργότερα εκδοθείσα συλλογή.
        Με την λήξη του εθνικού διχασμού, ο Φιλοκτήτης μεταβαίνει στην Αθήνα. Εκεί γράφει ένα διαφορετικό στην υφή, και με διαφορετικούς λεκτικούς χειρισμούς ποίημα. Είναι αυτό που παραθέσαμε για τη σχέση του Φιλοκτήτη, όσο ήταν φοιτητής στην Αθήνα. Ο Φιλοκτήτης γυρίζει όλα τα μέρη που έχει ζήσει στην Αθήνα, αναπολώντας τα φοιτητικά χρόνια. Είναι μια ένεση ζωής. Αυτό εμφανίζεται άμεσα στα ποιήματα που γράφει αμέσως μετά, από την Πρέβεζα, όπου εκεί θα δραστηριοποιηθεί με δικό του Φαρμακείο.





Από το 1919 μέχρι το 1921 ζεί στη Πρέβεζα.
      Στη συνέντευξή του ο Κος Χρήστος Καββαδίας μας γνωρίζει ότι ο Φιλοκτήτης έφυγε από τη Πάτρα για να έρθει στη Πρέβεζα, να είναι πιο κοντά στη Βόνιτσα. ΣτηΠρέβεζα δραστηριοποιείται ως φαρμακοποιός. Σε ερώτηση που θέσαμε στον Κο Καββαδία, γιατί ο Φιλοκτήτης δεν άνοιξε φαρμακείο στη Βόνιτσα, η απάντηση ήταν ικανοποιητική, από τη πλευρά του ότι στη Βόνιτσα θα υπήρχε ήδη άλλο φαρμακείο. Από έρευνα που πραγματοποιήσαμε, στη Βόνιτσα εκείνη τη περίοδο υπήρχαν δύο φαρμακεία. Το ένα ήταν του Βασιλείου Κουρκούτα και το δεύτερο ενός άλλου για τον οποίο δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχουμε το επώνυμο του ιδιοκτήτη.

      Τα ποιήματά του Φιλοκτήτη από τα Μουδανιά και τη Προύσα το 1922, μας οδηγεί στη σκέψη ότι συμμετείχε στην εκστρατεία της Μικράς Ασίας.





 Τον Δεκέμβριο του 1922, γράφει στη Πρέβεζα, το προτελευταίο ποίημα
της συλλογής.
      Τον Απριλιο του 1923, προλογίζει την έκδοση της ποιητικής συλλογής του «σαν όνειρα και σαν πόθοι», με το ψευδώνυμο Πέτρος Λειμώνας.
        Η συλλογή θα εκδοθεί μετά τον Ιούλιο του 1923. Το τελευταίο ποίημα της συλλογής το γράφει κάτω από τον Πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα. 
«Βόνιτσα 3 Ιουλίου 1923».

Τέλος του Γ’ μέρους

Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος:
Περιληπτική παράθεση των γεγονότων: Ο Φιλοκτήτης νυμφεύεται την Ευθαλία Κουρκούτα του Βασιλείου.  Αποκτά τρία παιδιά.  Δίνει την αγάπη του στην οικογένειά του. Αυτός δημιουργεί στη μουσική, στη ζωγραφική, στα σχέδια για αρδευτικά έργα, νέες καλλιεργητικές μεθόδους, βραβεύσεις σε εκθέσεις γεωργικών προϊόντων. Το φαρμακείο του στη Πρέβεζα είναι η φωλιά των λογοτεχνών της περιοχής. Σεβαστό πρόσωπο στη κοινωνική ζωή της Πρέβεζας. Τα παιδιά του έχουν τους καλλίτερους παιδαγωγούς της Πρέβεζας. Αυτός μέλος του φαρμακευτικού συλλόγου και μόνιμο μέλος του συμβουλίου των ενόρκων στο δικαστήριο της Πρέβεζας.

Όμως η τραγωδία τον παραμονεύει. Δεν μπορεί να τον αφήσει, όχι μόνο αυτόν αλλά και όλα τα μέλη της οικογένειάς του…..
Η συνέχεια στο τέταρτο και τελευταίο μέρος..

Ντίνος Στυλιανός του Ιωάννη
ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ

Φιλοκτήτης Η. Λαμπράκης: ΕΝΑΣ ΒΟΝΙΤΣΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ (Δ΄ τελευταίο μέρος)

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

      "Με τη δημοσίευση του τέταρτου και τελευταίο μέρους του project «Φιλοκτήτης Λαμπράκης», είναι απαραίτητο να ευχαριστήσουμε όλους όσους με τις συνεντεύξεις τους βοήθησαν στην αποκάλυψη  της πολυσύνθετης μορφής ενός ανθρώπου, ο οποίος στα νεανικά χρόνια της ζωής του πληγώθηκε από την απώλεια της μητέρας του.
       Ο ευγενής Βονιτσιάνος Φιλοκτήτης Λαμπράκης, απόφοιτος της φαρμακευτικής, ποιητής, μουσικός, ζωγράφος, φίλος και υποστηρικτής των τεχνών, ο εφευρέτης παράξενων αρδευτικών μηχανών, ο συνεχώς με βραβεύσεις για τα αγροτικά του προϊόντα, ο δημότης πολλών πόλεων με καταξίωση και κύρος σε αυτές, απλωσε την ζωή του σαν ένα βιβλίο μέσα στην εργασία μας.
         Ήταν για τη νεώτερη γενιά ένας άγνωστος. Στο πρώτο άρθρο οι αναγνώστες μας ανταποκρίθηκαν στο τίτλο «ο ξεχασμένος ποιητής», αλλά η μετέπειτα παρουσίαση της ζωής του συγκίνησε.
     Προσωπικά ευχαριστώ όλους, όσους με τις πολύωρες συνεντεύξεις τους, μας έδωσαν στοιχεία για αυτή την μοναδική, σημαντική  και  αξιόλογη προσωπικότητα. Αυτός ο τόπος, όσα χρόνια και αν περάσουν, μέσα από δύσκολες στιγμές, θα «βγάλει» το κάτι άλλο διαφορετικό από την καθημερινότητα, θα δημιουργήσει ποιητές, ζωγράφους και κυρίως ανθρώπους.
       Ο Φιλοκτήτης αφιέρωσε την ποιητική του συλλογή σε ένα υπέρτατο θεσμό, στη μάνα του ("στη σκιά της μητέρας μου|"). Έδωσε το στίγμα ότι τα αγαπημένα πρόσωπα ποτέ δεν φεύγουν από τη ζωή. Μένει η σκιά τους."

 Με εκτίμηση
Ντίνος Στυλιανός

Project  «Φιλοκτήτης Λαμπράκης»
Τέταρτο (τελευταίο)  μέρος
« Η τραγωδία…»
         Το 1917, η δεύτερη κατά σειρά ηλικίας αδελφή του Φιλοκτήτη, η Ολυμπία, παντρεύτηκε με τον Κίμωνα Καββαδία. Ο Κίμωνας ήταν  καθηγητής θεολογίας. Παιδιά της Ολυμπίας και του Κίμωνα είναι  η Ελισάβετ, ο Χρήστος και η Σένα.
         To 1923 ο Φιλοκτήτης εκδίδει την συλλογή των ποιημάτων του. Τίτλος της συλλογής «Σαν όνειρα και σαν πόθοι». Η συλλογή αφιερώνεται στη μητέρα του με μια  συγκλονιστική φράση «στη σκιά της μητέρας μου». Χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο, όπως συνηθίζουν οι ποιητές. «Πέτρος Λειμώνας». Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τι σημαίνει η λέξη Λειμώνας. Η έρευνα μας έδωσε ένα μυθικό πρόσωπο, του οποίου η ιστορία δεν φαίνεται να έχει σχέση με τα βιώματα του Φιλοκτήτη. Δεύτερη έννοια είναι αυτή του παραγωγικού αγρού.  Τελικά η έρευνα δεν είχε το αποτέλεσμα που ήθελε για αυτή την αναζήτηση. Θεωρούμε ότι σε κάποιο άλλο project, σε μια άλλη εργασία, θα υπάρξει κάποιο στοιχείο που θα μας βοηθήσει σε αυτή την έρευνα.

        Στη Βόνιτσα ζούσε και δραστηριοποιούνταν  σαν φαρμακοποιός ο Βασίλειος Κουρκούτας. Εχει νυμφευτεί την Κωνσταντίνα Βασιλάκου.  Ειχαν δύο κόρες, την Ευθαλία και την Δάφνη. Η περιουσία του είναι μεγάλη και σε διάφορα έγγραφα τον βρίσκουμε όχι σαν Φαρμακοποιό αλλά σας «μεγαλοκτηματία». Ο γάμος του με την Κωνσταντίνα Βασιλάκου, δεν του απέδωσε μόνο πρόσθετη περιουσία αλλά και ένα μεγαλύτερο κύρος στη περιοχή της Βόνιτσας. Η οικογένεια Κουρκούτα έμενε σε ένα μοναδικής αρχιτεκτονικής τριώροφο σπίτι, στη πλατεία Ζορμπά. Στο ισόγειο του σπιτιού ήταν το φαρμακείο.
       Ακολουθεί μια μοναδική ιστορική φωτογραφία από το αρχείο τηςΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑΣ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ. Μας παρουσιάζει τα νεοκλασικά σπίτια του «παζαριού» πρίν μετατραπούν σε σύγχρονες κατοικίες. Στο κέντρο της φωτογραφίας το αρχοντικό του Βασιλείου Κουρκούτα, πεθερού του Φιλοκτήτη.
  Σημείωση: Η Πλατεία Ζορμπά, το 1937 μετονομάστηκε σε πλατεία 4ηςΑυγούστου. Οι Βονιτσιάνοι δεν ακολούθησαν τη μετονομασία και την αποκαλούσανπλατεία της Νυχτερίδας. Στη δεκαετία του 1970, ο Δήμαρχος Κωνσταντίνος Δρίβας την μετονόμασε σε πλατεία Σακελλαροπούλου.......



       Το 1925 ο Φιλοκτήτης νυμφεύεται την Ευθαλία Κουρκούτα. Το  προηγούμενο έτος από τον γάμο, η Ευθαλία έχει χάσει την μητέρα της, την Κωνσταντίνα, το γένος Βασιλάκου.
         Το έτος 1926 η οικογένεια του Φιλοκτήτη  ζεί δύο γεγονότα, για τα οποία δεν έχουμε την δυνατότητα να τα τοποθετήσουμε χρονικά στο πιο από τα δύο έχει προηγηθεί. Η γέννηση του γιού του Φιλοκτήτη, του Ηλία και ο θάνατος του πατέρα του Φιλοκτήτη , του Ηλία Λαμπράκη.
          Για την προίκα της Ευθαλίας δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες. Όμως για ένα μέρος της προίκας, οι πληροφορίες είναι πληρέστατες. Ο Βασίλειος Κουρκούτας δίνει σαν προίκα στον Φιλοκτήτη το μισό κτήμα που είχε στο Πλατανιά Βόνιτσας. Ο Φιλοκτήτης ήθελε όλο το κτήμα και αντιδρά  με το να αγοράσει μια διπλανή έκταση σαράντα στρεμμάτων δίπλα από το προικώο και να δημιουργήσει ένα αγρόκτημα που τα προϊόντα του θα δίνουν κάθε χρόνο βραβεία.
       Ο Φιλοκτήτης ασχολούνταν  με το κτήμα. Οταν έκλεινε το φαρμακείο, έφευγε από Πρέβεζα και έρχονταν στη Βόνιτσα. Τις Κυριακές προσπαθούσε να βρεθεί με την οικογένειά του στη Βόνιτσα, ενώ τις καθημερινές, οι συνεντεύξεις μας, μας ενημερώνουν ότι με ποδήλατο έφτανε μέχρι το αγρόκτημα. Στο κτήμα υπήρχε αγροικία στην οποία διέμεινε μόνιμα οικογένεια για τις καθημερινές ανάγκες.

      Η αδελφή της Ευθαλίας, η  Δάφνη,  παντρεύτηκε τον Κο Ιωάννη Τσουλούφο. ΟΙωάννης Τσουλούφος σπούδασε  στην Φαρμακευτική. Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος με τη Τουρκία για τα Μικρασιατικά, ο Ιωάννης Τσουλούφος ήταν ακόμη φοιτητής της Φαρμακευτικής.  Κατατάχθηκε  στην  τότε νεοϊδρυθείσα Χωροφυλακή και απέκτησε  αριθμό μητρώου το 38. Ηταν ο 38ος αξιωματικός της Χωροφυλακής. Εξελίχθηκε  στην ιεραρχία και ο γάμος του με την  Δάφνη Κουρκούτα έγινε  στην Αθήνα. Γιός του  Κου Ιωάννη Τσουλούφου και της Δάφνης, είναι ο Κύριος Ηλίας Τσουλούφος (με τον οποίο είχαμε πολύωρες συνεντεύξεις), με απογόνους  τους Γιάννη, Ανδρέα και Δημήτρη.

       Επανερχόμαστε στην  οικογένεια του Φιλοκτήτη, η οποία αποκτά ακόμη ένα αγόρι  και ένα κορίτσι.   Δεύτερος γιός  του Φιλοκτήτη ήταν ο Δημήτρης και τρίτο παιδί η Ελισάβετ, στο όνομα της μητέρας του Φιλοκτήτη.
      Σε αυτό το σημείο μπορούμε να φανταστούμε τη χαρά του Φιλοκτήτη με την νεοαποκτηθείσα κόρη του. Το όνομα «Ελισάβετ» ξανακούστηκε μέσα στο αρχοντικό, μετά από 30 χρόνια.
        Όμως ένας άλλος θάνατος περιορίζει τη χαρά του Φιλοκτήτη. Η αδελφή του Ολυμπία, το 1929, πεθαίνει και θάβεται στο Αγρίνιο, εκεί όπου υπηρετεί ως καθηγητής ο σύζυγός της. 
      Λίγο μετά ο Κίμωνας Καββαδίας μετατίθεται στη Πρέβεζα και αυτό δίνει το δικαίωμα στο Φιλοκτήτη να βλέπει και  να χαίρεται με τα παιδιά της αδελφής του.

       Η Ελισάβετ και η Σένα Καββαδία μας μίλησαν για τη ζωή τους με τον Θείο τους στη Πρέβεζα, αλλά και για τις σπουδές των τριών παιδιών του Φιλοκτήτη. Το φαρμακείο του Φιλοκτήτη πλέον στεγάζεται στο ισόγειο ενός  νεόδμητου κτιρίου στο κέντρο της Πρέβεζας. Στο όροφο του ίδιου κτιρίου διαμένει  η οικογένειά του. Στη φωτογραφία που ακολουθεί είναι πρόσφατη. Εμφανίζεται ο όροφος του κτιρίου στο οποίο έμενε η οικογένεια Φιλοκτήτη. Σήμερα στο ισόγειό του λειτουργεί φαρμακείο.
          Εξετάσαμε τη περίπτωση για την τυχόν ιδιοκτησία επί του κτιρίου, αλλά ο κύριος Χρήστος Καββαδίας μας ενημέρωσε ότι τόσο το φαρμακείο όσο και η οικία ήταν με ενοίκιο.  Σήμερα σε αυτό το νεοκλασικό κτίριο εκτός των πολλών άλλων επιχειρήσεων, υπάρχει και το κατάστημα πώλησης παγωτών Chil-box του κυρίου Γεώργιου Δημητρίου.

        Τα καλοκαίρια η οικογένεια έκανε  τις διακοπές της στο νησί Κέφαλος μέσα στον Αμβρακικό κόλπο.
          Ο Φιλοκτήτης εκτός από τις νότες που έγραφε  για δικές του μελωδίες με βιολί και μαντολίνο, παρουσίασε και μια άλλη πλευρά του. Ζωγράφιζε πάνω σε μουσαμά και σε φέτες από κορμούς δέντρων. Οι πίνακες εχουν φανταχτερά χρώματα και τα θέματα είναι από την αγροτική ζωή.
       Παρουσιάζουμε τους πίνακες που σήμερα ανήκουν στον κύριο Ηλία Τσουλούφο.Είναι ότι απέμεινε μετά την αφαίμαξη που πραγματοποίησε οίκος-γκαλερί των Αθηνών, στο εγκαταλειμμένο αρχοντικό του Λαμπράκη.
        Αν κάποιος από τους αναγνώστες του άρθρου, παρατηρήσει σε κάποια γκαλερί ή σε σπίτι, κάποιο πίνακα που έχει στο κάτω δεξιό άκρο του την μονογραφή του Φιλοκτήτη Λαμπράκη, ας τον φωτογραφήσει για να εμπλουτιστεί το φωτογραφικό αρχείο μας, με τα έργα του Φιλοκτήτη. 






         Μέσα σε όλα τα θέματα ζωγραφικής που έχουν σωθεί, υπάρχει ένα θέμα πάνω σε κορμό δέντρου, που απεικονίζει τη παραλία της Βόνιτσας με έναρξη από το σημείο που σήμερα λειτουργεί το ξενοδοχείο «ΒΟΝΙΤΣΑ». Στο βάθος η Χώρα με το Κάστρο. Σε κανένα σημείο της ζωγραφιάς δεν υπάρχει η ενημέρωση για το έτος που ο Φιλοκτήτης την φιλοτέχνησε. Μας προκαλεί ερώτηση η μεγάλη παραλία από τη περιοχή Άγιος Δημήτριος μέχρι και τα Ραυτάκια (σαν να είναι υπερβολικά τραβηγμένη η θάλασσα). Επίσης στο βάθος και προς τη Χώρα (ανάμεσα στον βόρειο προμαχώνα και τη Χώρα) εμφανίζεται ένα μεγάλο κτίριο που μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουμε τίποτα για την ύπαρξή του. Δεν μπορούμε να ταυτοποιήσουμε αυτή την ύπαρξη ή αν το  εμφανιζόμενο κτίριο είναι μέσα στην ανάγκη του καλλιτέχνη για ένα πρόσθετο δικό του σημείο, σε μια γωνιά του πίνακα. Εμείς το κρατούμε σαν μια σημείωση και σε κάθε άλλη ιστορική έρευνα αν το ξανασυναντήσουμε, τότε  θα ανοίξει ένα νέο θέμα έρευνας.



        Το 1934 η οικογένεια συγκλονίζεται από τον θάνατο του Βασιλείου Κουρκούτα. Ο όρος «συγκλονίζεται» δεν αφορά μόνο τον «χαμό» του πατέρα της Ευθαλίας αλλά και τα προβλήματα της διαχείρισης της μεγάλης περιουσίας του. Όταν ζούσε ο Βασίλειος Κουρκούτας, είχε χρησιμοποιήσει ένα σοβαρό μέρος της περιουσίας του για δωρεές. Από στοιχεία που έχει συγκεντρώσει ο Αρχιμανδρίτης Δέλλας Γεώργιος, φέρεται ο Β. Κουρκούτας ως δωρητής του μεγάλου οικοπέδου στο οποίο σήμερα υπάρχουν τα κτίρια του δημοτικού σχολείου Βόνιτσας.
       Επίσης ο Βασίλειος Κουρκούτας είχε παραχωρήσει ένα μεγάλο μέρος από τη περιουσία του και είχε δημιουργήσει ένα κληροδότημα. Η διαχείρηση του κληροδοτήματος γίνονταν από επιτροπή προσώπων, με έλεγχο από τον εκάστοτε τοπικό  Ειρηνοδίκη.
Από το  φύλλο της εφημερίδας «ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ»  του έτους 1938, παρουσιάζουμε ένα άρθρο που αναφέρεται στο «Κληροδότημα Β. Κουρκούτα», το οποίο προικοδοτούσε άπορες κοπέλες.

        Παρά τις πολλές δωρεές, η περιουσία του θανόντα Βασίλειου Κουρκούτα ήταν σοβαρής αξίας. Για την λειτουργία του φαρμακείου, κλήθηκε ο Κορίνθιος Χρήστος Μπελεσιώτης. Πρόκειται για τον πατέρα του Γιώργου και της Αντωνίας Μπελεσιώτη.Αργότερα, μετά από αρκετά χρόνια, η κυρία Ευθαλία θα παραδώσει το φαρμακείο στηνιδιοκτησία του Χρ. Μπελεσιώτη.

       Πλέον φτάνουμε στο πόλεμο του 1940. Οι Ιταλοί βομβαρδίζουν τη Πρέβεζα. Πολλοί Πρεβεζιάνοι ζητούν στέγη στη Βόνιτσα, σε συγγενικά τους σπίτια. Ο Φιλοκτήτης μεταφέρει την οικογένεια στο αρχοντικό του στη Βόνιτσα, ενώ αυτός συνεχίσει το επάγγελμά του στη Πρέβεζα. Με την κατάληψη της Πρέβεζας από τους Ιταλούς και την ομαλοποίηση της καθημερινής ζωής, η οικογένεια του Φιλοκτήτη επιστρέφει στη Πρέβεζα. Η οικογένεια θα ξαναεπιστρέψει στη Βόνιτσα όταν οι Άγγλοι θα βομβαρδίσουν την Ιταλική πλέον Πρέβεζα.

       Σε όλη την διάρκεια του πολέμου και της περιόδου που την έχουμε ταυτίσει με την «κατοχή» ο Φιλοκτήτης πουλούσε τα φάρμακα με τη τιμή της κρατικής διατίμησης. Ποτέ δεν ενήργησε ως  «μαυραγορίτης» με ακριβές πωλήσεις φαρμάκων. Αυτή την παρατήρηση μας την έθεσαν με μεγάλη προσοχή, οι κόρες του Κίμωνα Καβαδία, οι οποίες έζησαν από κοντά στην οικογένεια του Φιλοκτήτη.
      Επίσης μας είπαν πόσο θαύμαζαν την εξυπνάδα των παιδιών του Φιλοκτήτη, τις σπουδές που είχαν αλλά και τον ευγενικό τρόπο της συμπεριφοράς τους.
      Ο Φιλοκτήτης είναι μόνιμα στα έδρανα του κακουργιοδικείου Πρέβεζας, ως ένορκος. Η ζωή του και ο ίδιος αποκτούν τον σεβασμό της κοινωνίας της Πρέβεζας. Το φαρμακείο του, δεν είναι μόνο σημείο πώλησης φαρμάκων αλλά είχε μετατραπεί στο στέκι όλων των καλλιτεχνών και φιλολόγων της Πρέβεζας.
 Ηταν μέλος του φαρμακευτικού συλλόγου Πρέβεζας και εκλεγμένος στο διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου. Από το βιβλίο «η διαφήμιση στη Πρέβεζα στο διάστημα του μεσοπολέμου», μια έκδοση του Ιδρύματος Ακτια-Νικόπολη, λαμβάνουμε τις πληροφορίες για τη δραστηριότητα και τη συμμετοχή του Φιλοκτήτη Λαμπράκη στο Φαρμακευτικό σύλλογο.



        Όμως η τραγωδία δεν θέλει να αφήσει το υπόλοιπο της ζωής του Φιλοκτήτη, χωρίς συνεχή κτυπήματα. Διέγνωσε, ο ίδιος, ότι πάσχει από δυσεντερία. Από το 1934, η δυσεντερία, ήταν μια ασθένεια που έχει «θέριζε» τη περιοχή με τις ίδιες αξιώσεις που είχε και η βρογχοπνευμονία. Με φαρμακευτική αγωγή προσπάθησε να αντιμετωπίσει τη πάθηση, αλλά στις 15 Νοεμβρίου του 1942, στις 5μμ, η επιδείνωση που παρουσίασε, τον οδήγησε  στο θάνατο. Η κηδεία του έγινε την επόμενη ημέρα , 16 Νοεμβρίου 1942 στη Πρέβεζα.
         Από την ληξιαρχική πράξη θανάτου (ληξιαρχείο Πρέβεζας) μαθαίνουμε ότι την διαδικασία της αναγγελίας του γεγονότος στο ληξιαρχείο το είχε αναλάβει ο Θεόδωρος Νικάκης, επαγγέλματος έμπορος. Από την Ελισάβετ Καβαδία πληροφορηθήκαμε ότι ο Θ. Νικάκης ήταν αρχικά υπάλληλος στο Φαρμακείο και μετά με την βοήθεια του Φιλοκτήτη, άνοιξε δικό του κατάστημα με είδη αρωματοποιίας.
    Πλέον η Πρέβεζα εκτός από τον φίλο των γραμμάτων και των τεχνών, έχασε και το φιλολογικό στέκι στο φαρμακείο
       Μετά το θάνατο του Φιλοκτήτη, η κυρία Ευθαλία συνεχίζει να ζεί στη Πρέβεζα και να λειτουργεί το φαρμακείο με υπάλληλο που είχε προσλάβει.
       Η έρευνα μας απέδωσε πληροφορίες, ότι μετά τον θάνατο του Φιλοκτήτη, η κυρία Ευθαλία, βρέθηκε για ένα διάστημα πάλι στο αρχοντικό στη Βόνιτσα. Ας δούμε την ανάπτυξη αυτής της πληροφορίας:

         Το ισόγειο του αρχοντικού στη Βόνιτσα, οι Γερμανοί, το είχαν επιτάξει και σε αυτό στεγάστηκε η επονομαζόμενη «Πρώτη καταγής». Στις συνεντεύξεις τους οι κυρίες Βάσω Παρθένη-Περδικάρη και Γλυκερία Αποστολοπούλου-Διακογιάννη μας περιέγραψαν την για ένα χρόνο φοίτησή τους στο ισόγειο του αρχοντικού Λαμπράκη. Δασκάλα είχαν την Χρυσούλα Διαμάντη με καταγωγή από τη Ζαβέρδα. Μάλιστα θυμούνται ότι στα διαλλείματα, ανέβαιναν τις σκάλες του αρχοντικού και από τα παράθυρα του ορόφου έβλεπαν την κυρία Ευθαλία με τα υπέροχα φορέματά της.
           Η έρευνα για το τι είδους σχολείο ήταν η «πρώτη καταγής» (όρος που χρησιμοποίησαν οι από τότε και σήμερα φίλες, Βάσω και Γλυκερία) καταλήξαμε ότι μπορεί να ήταν ένα είδος σημερινού νηπιαγωγείου. Πάντως η φοίτηση στη «πρώτη καταγής» τελείωσε άδοξα, όταν η  δασκάλα, η Χρυσούλα Διαμάντη, τυχαία κτυπήθηκε μέσα στο λεωφορείο της γραμμής, από σφαίρες Γερμανών, σε ένα επεισόδιο.
     Από συνέντευξη με τον Θεόδωρο Πανταζόπουλο, ενημερωθήκαμε ότι το αρχοντικό του Δερσοβίτη (του Παππού του) το είχαν επιτάξει οι Γερμανοί. Το αρχοντικό του Δερσοβίτη απέχει από το σημείο που ήταν το αρχοντικό Λαμπράκη, μια απόσταση μικρότερη από 100 μέτρα. Τότε μετέφεραν το ρουχισμό τους στο αρχοντικό του Λαμπράκη και έμειναν για ένα μικρό διάστημα σε αυτό. Από τη τότε διαβίωσή του εκεί, θυμάται το αρχοντικό, τη πολυτέλειά του, τις μεγάλες πλάκες (σαν γρανίτη) που είχε ο μπόντζος. Στα ανατολικά του αρχοντικού, θυμάται ακόμα, τους κλειστούς με συνεχόμενα παράθυρα εξώστες, για να μπορεί η οικογένεια να ευχαριστείται τον ήλιο τις κρύες μέρες του χειμώνα.
     Από τη συνέντευξη του Θεόδωρου Πανταζόπουλου, συμπεραίνουμε ότι η κυρία Ευθαλία, μετά το θάνατο του Φιλοκτήτη και τη μικρή παραμονή της  στο αρχοντικό, επέστρεψε στη Πρέβεζα.

      Από αυτό το σημείο και μετά, χρειάζεται η ενημέρωση των αναγνωστών του άρθρου, για τα γεγονότα της Πρέβεζας, τόσο στη γερμανική κατοχή, όσο και στα χρόνια της απελευθέρωσης με τις διαδοχικές κυριαρχίες των δύο οργανώσεων, του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ.
        Είναι απαραίτητη η γνώση της τότε κατάστασης, ώστε να νοιώσουμε τις εναλλαγές της εξουσίας στην Πρέβεζα, εκείνη την περίοδο, γιατί μόνο μέσα από αυτή τη γνώση θα αντιληφθούμε την ατυχή ενέργεια της Κας Ευθαλίας, μιας επιλογής που θα σημαδεύσει με θλιβερά γεγονότα, στη ροή της τραγωδίας.

Στα γεγονότα της Πρέβεζας, τη περίοδο του Δεκεμβρίου 1944, μαζί με τον Ναπολέοντα Ζέρβα, εισήλθε στη Πρέβεζα και ο από την μητέρα μου Θείος Θανάσης Ζέρβας, αξιωματικός του ΕΔΕΣ.
Χρόνια αργότερα, σε μια από τις επισκέψεις του στη Βόνιτσα, μάλιστα σε αυτή μετά την απώλεια του πατέρα μου, μας μίλησε για τις τελευταίες μέρες του ΕΔΕΣ στη Πρέβεζα, για την επιστολή Πλαστήρα, για τα γεγονότα του εμφυλίου. Επίσης στη τελευταία επίσκεψή του στη Βόνιτσα, μαζί με τον γιό του και εξάδελφό μου τον Γιώργο, αφού επισκεφτήκαμε τα «κονάκια» μας στο Σούλι, φτάσαμε στη Πρέβεζα. Εκεί μας μίλησε αναλυτικά για τα γεγονότα της αποχώρησης του ΕΔΕΣ από τη Πρέβεζα.
Στο αρχείο του θανόντα πλέον Θείου μου, υπάρχουν σημειώσεις αλλά και έγγραφα του αδελφού του, του Γεώργιου Ζέρβα, ο οποίος τότε ήταν συνταγματάρχης στον ΕΛΑΣ (ο λευκός καβαλάρης). Η επεξεργασία των δύο αρχείων θα μας δώσουν μια πληρέστερη εικόνα εκείνων των ημερών στη Πρέβεζα, αφού ο Θείος Θανάσης Ζέρβας ήταν ο εκ των εμπίστων του Ναπολέοντα, ενώ ο Θείος Γιώργος Ζέρβας (από πλευράς του ΕΛΑΣ) είχε στην ευθύνη του την ευρύτερη περιοχή Βάλτου-Βόνιτσας και Λευκάδας.  Για την αξία του αρχείου θα καταθέσουμε μια μοναδική και άγνωστη σε όλους πληροφορία. Η υλοποίηση της συμφωνίας της Βάρκιζας, στη Λευκάδα,  από πλευράς του ΕΛΑΣ, έγινε από τον Γιώργο Ζέρβα, το δε κείμενο της παράδοσης των όπλων φέρει την υπογραφή του.  Αυτό το ντοκουμέντο αλλά και πλήθος άλλων εγγράφων και σημειώσεων, των δύο αδελφιών, σύντομα  θα επεξεργαστούν και θα πραγματοποιηθεί ανακοίνωση μέσω βιβλίου.          `
Για  τα γεγονότα της Πρέβεζας, κυρίως αυτά πρίν τα Δεκεμβριανά (σημαντικά για την οικογένεια του Φιλοκτήτη) , όσα θα περιγράψουμε, θα έχουμε κύριο κορμό το βιβλίο του Χαράλαμπου Γκούβα «Η ιστορία της Πρέβεζας» αλλά και συνεντεύξεις από Πρεβεζιάνους και Λευκαδίτες.`

Η συμφωνία της Πλάκας, στις 29 Φεβρουαρίου 1943, η οποία υπογράφθηκε μεταξύ των οργανώσεων ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ και με την παρουσίαση και συνυπογραφή από τους Βρετανούς, σταματούσε την εμφύλια διαμάχη των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων. Η συμφωνία αυτή αρχικά δοκιμάστηκε στα επεισόδια του Μαρτίου 1943  στη Κρανιά της Πρέβεζας και «έσπασε» με τη εμφύλια μάχη στις 20/6/1944 στο Ζάλογγο.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί αποχωρούν από τη Βόνιτσα. Ο ΕΛΑΣ εισέρχεται στη Βόνιτσα και άμεσα καταλαμβάνει θέσεις σε όλη την ακτή μέχρι το Ακτιο. Ο ΕΔΕΣ βρίσκεται με όλες τις δυνάμεις του στα ορεινά της Πρέβεζας. Οι δύο οργανώσεις αναμένουν την αποχώρηση των Γερμανών από τη Πρέβεζα. Από πλευράς ΕΛΑΣ υπήρξε σχέδιο για να κυκλωθούν οι Γερμανοί, αλλά από τα μέλη της οργάνωσης ΕΑΜ-ΕΛΑΣ  Πρέβεζας, υπήρξε η άποψη (που τελικά έγινε σεβαστή) να μην επιχειρηθεί επίθεση για να αποφευχθούν τα αντίποινα των Γερμανών σε βάρος των πολιτών της Πρέβεζας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί αποχωρούν από τη Πρέβεζα, και τα ένοπλα σώματα ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ πραγματοποιούν κοινή παρέλαση. Με την είσοδο μεγάλων δυνάμεων του ΕΛΑΣ, η Πρέβεζα, πέρασε στον έλεγχο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Στις 17/9/1944 εισέρχεται στη Πρέβεζα μεγάλο σώμα του ΕΔΕΣ και ζητά την αποχώρηση του ΕΛΑΣ. Δυστυχώς η εμφύλια σύγκρουση στις 18 έως και 22 Σεπτεμβρίου 1944 αφήνει πίσω της τις εκτελέσεις σημαντικών πολιτών και νεολαίων της Πρέβεζας (με το αιτιολογικό ότι ήταν μέλη ή συμπαθούντες το ΕΑΜ) στη  Παργινόσκαλα, ένα γεγονός που αργότερα και το ίδιο το ΕΔΕΣ το καταδίκασε.
Η συμφωνία της Καζέρτας στις 26 Σεπτεμβρίου 1944, σταματά την εμφύλια σύγκρουση στη Πρέβεζα και  οι του ΕΛΑΣ αποσύρονται στο Ακτιο, αλλά ο φόβος της εκδίκησης μένει.
Στις 23 Δεκεμβρίου ο Ναπολέοντας Ζέρβας εισέρχεται στη Πρέβεζα και δίνει την εντολή να υπάρξει απόσυρση όλων των στρατευμάτων του ΕΔΕΣ στη Κέρκυρα. Μάλιστα συμβούλευσε κατοίκους της Πρέβεζας που φοβούνταν τα αντίποινα από τον ΕΛΑΣ, να επιβιβαστούν στα πλοία και να τους ακολουθήσουν.

        Εδώ σε αυτό το χρονικό σημείο η Ευθαλία Κουρκούτα, χήρα του Φιλοκτήτη, παίρνει μια παράξενη απόφαση. Ενώ δεν έχει κανένα λόγο να φοβηθεί από την αναμενόμενη είσοδο του ΕΛΑΣ στη Πρέβεζα, ενεργεί ώστε να εγκαταλείψει την Πρέβεζα και να συνταξιδεύσει με άλλους Πρεβεζιάνους για την Κέρκυρα.
       Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι ο Φιλοκτήτης ήταν Βενιζελικός και είχε διατηρήσει  τη πολιτική του πεποίθηση.  Δεν υπήρχε κανένας λόγος η κυρία Ευθαλία να αποχωρήσει από τη Πρέβεζα. Όμως, αυτή, πήρε την απόφαση της φυγής. Μιας φυγής χωρίς νόημα και χωρίς τις ανάλογες ετοιμασίες που θα είχε κάνει ένας άνθρωπος ο οποίος θα είχε τον φόβο της εκδίκησης. Όπως θα δούμε δεν πήρε μαζί της κανένα φορητό περιουσιακό στοιχείο. Τα άφησε όλα, ενώ είχε στη διάθεσή της πάνω από ένα εικοσιτετράωρο.

      Μέσα σε αυτή την αναστάτωση και για άγνωστους λόγους, η χήρα του Φιλοκτήτη παίρνει τα τρία παιδιά της και επιβιβάζεται στο πλοίο ΙΕΡΑΞ , μαζί με άλλους δεξιούς, για προορισμό την Κέρκυρα. Δεν παίρνει μαζί της τίποτα παρά μόνο μια «αμπόλια (πετσέτα φαγητού) με ψωμί και τυρί». Την προηγούμενη ημέρα της φυγής στη Κέρκυρα, στο φαρμακείο είχαν φτάσει μεγάλες παρτίδες φαρμάκων.  Η Ευθαλία, άφησε τα φάρμακα στο φαρμακείο και έφυγε χωρίς να πάρει μια μικρή ποσότητα, για τις ανάγκες της οικογένειας  ή για την πώλησή τους στην Κέρκυρα.
         Η οικογένεια του Φιλοκτήτη έμεινε για ένα πεντάμηνο με έξι μήνες, στη Κέρκυρα, σε άθλιες συνθήκες. Σύντομα εκεί βρέθηκε ο σύζυγος της αδελφής του Φιλοκτήτη, ο Κίμων Καββαδίας, που της ζήτησε να επιστρέψει ή να του δώσει τουλάχιστον την μικρή Ελισάβετ. Η άρνηση της Ευθαλίας δεν παρέτεινε μόνο την παραμονή της οικογένειας  στις δυσμενείς καταστάσεις της Κέρκυρας, αλλά εκεί η Ελισάβετ κτυπήθηκε από την φυματίωση.
      Η επιστροφή  στη Πρέβεζα, μαζί με όλους τους άλλους Πρεβεζιάνους, έγινε αργά για την υγεία και των άλλων μελών της οικογένειας.  Παρά την επιβαρυντική κατάσταση της Ελισάβετ, δεν υπήρχε η επιμέλεια για τον περιορισμό της, ώστε να μην μολυνθούν και τα άλλα μέλη της οικογένειας.

      Την Τρίτη 13  Απριλίου του 1946, στη Πρέβεζα, στις 2 το μεσημέρι, ο δεκαενιάχρονος Δημήτρης Λαμπράκης του Φιλοκτήτη, χάνει τη μάχη με το θάνατο.  Η ασθένεια που τον ταλαιπωρεί από τον προηγούμενο χρόνο, τον έχει καταβάλλει. Το γεγονός ότι στη κηδεία του, τοποθετούνται στο τάφο του και τα οστά του Φιλοκτήτη, σημαίνει ότι το τέλος του είχε προδιαγραφεί από ημέρες και αναμένονταν το μοιραίο γεγονός.
       Το πρωί της επόμενης ημέρας του θανάτου, Τετάρτη 14 Απριλίου 1946, στις 9 πμ, ο Βασίλειος  Βασιλάκος αναγγέλλει τον θάνατο, πρώτα με το κτύπημα της καμπάνας του Αγίου Σπυρίδωνα και με τη παρουσία του στο ληξιαρχείο της Βόνιτσας.
       Η εξόδιος ακολουθία  γίνεται  στον Άγιο Σπυρίδωνα της  Βόνιτσας και η ταφή στο νεκροταφείο του Αγίου Δημητρίου.  Το άψυχο κορμί του νεαρού Δημήτρη, τοποθετείται στο τάφο της γιαγιάς του, της Ελισάβετ Λαμπράκη, το γένος Δρίβα. Στο τάφο τοποθετούνται και τα οστά του Φιλοκτήτη, ο οποίος είχε αποβιώσει και είχε θαφτεί στη Πρέβεζα.

         Στο σημείο αυτό χρειάζεται να ενημερώσουμε τους αναγνώστες του άρθρου, ότι με βάση την εργασία «οι ενετικές κοντράδες της Βόνιτσας» οι ενορίες της Βόνιτσας από το 1905 αρχίζουν να αδρανοποιούνται, ενώ για λόγους υγιεινής σταδιακά είχαν καταργηθεί τα  νεκροταφεία του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αγίου Νικολάου, των Αγίων Αποστόλων και του Αγίου Παντελεήμονα. Τα μόνα νεκροταφεία που εξυπηρετούν τις ανάγκες ταφής είναι του Αγίου Δημητρίου(Νεοχώρι) και Αγίου Αθανασίου (Κόκκινος).  Για εξαιρετικές περιπτώσεις υπάρχει και το νεκροταφείο της Παναγίας της Χώρας.  Οι προσπάθειες για δημιουργία νεκροταφείων στους Αγιους Ταξιάρχες (1937)  ή στον Άγιο Γεώργιο (1929) αποτυγχάνουν για λόγους που αναλυτικά παρατίθενται στην εργασία «ενετικές κοντράδες της Βόνιτσας», η οποία προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός της προσεχούς διετίας.
Η ταφή της μητέρας του Φιλοκτήτη, το 1903, πρέπει να έγινε στο νεκροταφείο του Αγίου Σπυρίδωνα και με την αδρανοποίηση που έγινε μετά, να μεταφέρθηκαν τα οστά της  σε τάφο στον Αγιο Δημήτριο. Η μεταφορά πρέπει να έγινε με το γεγονός της ταφής του Ηλία Λαμπράκη (πατέρα του Φιλοκτήτη). Σε αυτό τον τάφο του Αγίου Δημητρίου, είχαν μεταφερθεί από το Αγρίνιο και τα οστά της Ολυμπίας Λαμπράκη, αδελφής του Φιλοκτήτη.

         Με την αναφορά που κάναμε για τη τοποθεσία ταφής της μητέρας του Φιλοκτήτη, της Ελισάβετ Λαμπράκη, χρειάζεται να παραθέσουμε στοιχεία που αφορούν ένα από τα ποιήματα. Στο ποίημα για τον πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα, η τελευταία φράση, αυτή που έπεται των αποσιωπητικών, μας έχει δημιουργήσει αρκετά ερωτηματικά για τον τρόπο μιας ιδιόμορφης έκφρασης που περιέχει. Ας δούμε τις δύο  τελευταίες γραμμές του ποιήματος με παρουσίαση του ποιήματος όπως αυτό υπάρχει στην εφημερίδα Ανακτόριο (κυκλοφορία 1937-1938, αρχείο ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑΣ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ):



        «Στο πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα» είναι το τελευταίο ποίημα που συντάσσει ο Φιλοκτήτης για την υπό έκδοση συλλογή.  Από τα ποιήματα του 1908, περίοδο που ο Φιλοκτήτης μαθαίνει μετά από έξι χρόνια τον θάνατο της αγαπημένης μητέρας του, μέχρι και λίγο πρίν τα ποιήματα που έγραψε μετά τον Εθνικό διχασμό, ο τρόπος γραφής είναι ο ίδιος και χαρακτηριστικός. Η τελευταία γραμμή ανήκει στην ανάμνηση της μητέρας του. Ας δούμε ανά φράση, μια παράξενη ροή:
         Την  αύρα την απόβραδη, μα μόνος σύ. Μια γραμμή πρίν το τέλος του ποιήματος, ο Φιλοκτήτης «φέρνει» το ποίημα στη γνωστή κατάληξη. Οι μοναξιές του 1908-1909, τα κρύα βράδια της ψυχής του παιδιού που στερήθηκε τη ζεστασιά της μάνας του, ξανάρχονται. Όμως τώρα ο στίχος με τη λέξη αύρα «ντύνεται» με τη ζεστασιά της ζωής, μια ζεστασιά που μπορεί να «έκτισε» ο χρόνος ή να είναι το χρονικό σημείο που όλα αυτά που έχει ζήσει (ο πόλεμος του 1912-1913, η μικρασιατική καταστροφή, η συναναστροφή με το άλλο φύλο, η ώρα να λάβει την μεγάλη απόφαση για τη δική του οικογένεια) κρατούν σεβαστή την «σκιά της μητέρας του» αλλά θέτουν την ανάγκη για την άλλη σελίδα της ζωής.
-Τι κρίμα-. Ένα ζύγιασμα της ψυχικής κατάστασης του 1908-1909 και της σημερινής. Ενας αναλογισμός στη διαπίστωση πόσο ο χρόνος και οι καταστάσεις αλλιώνουν το αρχικό συναίσθημα, το οποίο συνεχίζει να υπάρχει αλλά δεν έχει την δύναμη της τότε απελπισίας.
Με δάκρυ ήσυχο θρηνείς. Πόσες ώρες – μέρες –χρόνια , ο Φιλοκτήτης δεν πέρασε δίπλα στο μνήμα της μάνας του. Ακόμα και όταν βρίσκονταν στο σπίτι, τα κρύα βράδια, με τους αγέρηδες να κτυπάνε αλύπητα, η ψυχή του Φιλοκτήτη ήταν δίπλα στο μνήμα της μητέρας του. Οι στίχοι του, σε αυτές τις ψυχικές στιγμές, είναι μοναδικοί  και αυτή η ιδιομορφία έχει κατατάξει τα ποιήματα αυτής της χρονικής περιόδου, σε μια άξια και σημαντική κατηγορία έκφρασης του ψυχικού κόσμου, ενός ανθρώπου που παλεύει ανάμεσα στη δική του ζωή και στην σκιά της μητέρας του.
Τα αποσιωπητικά. «». Πρέπει να μελετήσουμε για άλλη μια φορά τα ποιήματα της συλλογής, για να ερευνήσουμε το πότε και το γιατί ο Φιλοκτήτης χρησιμοποιεί τα αποσιωπητικά. Πήραμε πάλι ένα-ένα τα ποιήματα, τα θέσαμε σε σχέση με τη χρονική στιγμή της γραφής τους, τα συσχετίσαμε και προσπαθήσαμε να κατανοήσουμε τη χρήση των αποσιωπητικών όταν αυτά χρησιμοποιούνταν από το τον Φιλοκτήτη.

      Ηταν μια ακόμα επαφή με τη συλλογή των ποιημάτων. Νιώσαμε για άλλη μια φορά τη ψυχική κατάσταση του Φιλοκτήτη. Με κριτήριο τη χρήση των αποσιωπητικών , διακρίναμε το σημείο «πρό της έκρηξης» και το σημείο της προσπάθειάς του,  να κρατηθεί «στα εγκόσμια».
    Στο προτελευταίο στίχο, ο Φιλοκτήτης αναφέρει τη λέξη που κυριαρχούσε στα ποιήματα του 1908 και 1909. «Μόνος». Άμεσα παραθέτει τη μεγάλη διαφορά του τότε (1908-1909) που η ζωή του ήταν ένα συνεχές κλάμα. Τώρα ονομάζει τη κατάσταση που ζεί «με δάκρυ ήσυχο θρηνείς» και μετά σαν να μην θέλει να συνεχίσει τη ψυχική του διάθεση, θέτει αποσιωπητικά και μιλά για «του Στρατηγού το μνήμα»  Ενας στρατηγός που έχει για αυτόν μεγάλη αξία. Ενας στρατηγός με « Σ» κεφαλαίο.

 Στην έκδοση της συλλογής το 1923, το ποίημα για τον πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα έχει την πιο κάτω εικόνα:

       Η σημείωση «υπό την σκιάν του πλατάνου ευρίσκεται το μνήμα του Δ. Γρίβα» φέρει μπροστά από το «σημ.» ένα χαρακτήρα «*». Στο σώμα του ποιήματος (στην εκδοθείσα συλλογή) δεν υπάρχει πουθενά ο χαρακτήρας «*» για να υπάρξει η αντιστοίχηση.
       Στη παρουσίαση του ποιήματος από τον Δημήτριο Παπαγαλάνη, εκδότη της εφημερίδας ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ, υπάρχει η αντιστοίχιση του χαρακτήρα «*».
      Η διαφορά είναι σημαντική. Με την χρήση δύο «*» , ο Δ.Παπαγαλάνης αντιστοιχεί την σημείωση  στη λέξη «μνήμα».
 Ο Φιλοκτήτης δεν έχει κάνει καμιά τέτοια αντιστοίχηση. Η υπόθεση να υπάρχει τυπογραφικό λάθος και να μην συμπεριλήφθηκε το «*» στο σώμα της ποιήματος, δεν μπορεί να ευσταθεί καθόσον στη σελίδα 103 υπάρχει μόνο για τρία σημεία η «διόρθωσις ημαρτημένων», στα οποία δεν συμπεριλαμβάνεται η αντιστοίχιση του χαρακτήρα «*».
        Εμείς στην έρευνά μας, λαμβάνουμε υπόψη μας ότι έχει εκδοθεί στην συλλογή των ποιημάτων και όχι την παράθεση του ποιήματος από την  εφημερίδα ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ.
     Η δική μας άποψη, για τις  δύο τελευταίες γραμμές του ποιήματος, είναι ότι αυτές αναφέρονται με ένα άλλο διαφορετικό πλέον τρόπο, στη μητέρα του, της οποίας ο τάφος ήταν και αυτός κάτω από τη σκιά του πλάτανου.
    Το ποίημα «Ο πλάτανος του Αγίου Σπυρίδωνα» είναι το τελευταίο, χρονολογικά, της συλλογής. Είναι εμφανής η διαφορά με τα άλλα ποιήματα, είναι η αλλαγή μιας σελίδας ζωής. Λίγο μετά ο Φιλοκτήτης νυμφεύεται και φτιάχνει την δική του οικογένεια.
     Μια άλλη παράμετρος, η οποία χρειάζεται να εξεταστεί είναι αυτή της ημερομηνίας σύνταξης του ποιήματος «Στο πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα». Είναι η 3 Ιουλίου 1923. Αν παρατηρήσουμε το εισηγητικό σημείωμα του ποιητή στην 5η σελίδα του βιβλίου, διαπιστώνουμε ότι αυτό συντάχθηκε στις 22 Απριλίου 1923, δηλ. δυόμιση μήνες πρίν την σύνταξη του χρονολογικά τελευταίου ποιήματος της συλλογής.
       Το ποίημα αυτό δεν έχει μόνο τις δύο παραπάνω ιδιομορφίες. Είναι και το μοναδικό που παρουσιάζεται έξω από την σχετική χρονολογική σειρά. Ενώ έχει γραφεί τελευταίο, έχει θέση στην 10η σελίδα, εκεί που αρχίζει χρονολογικά η παρουσίαση της κρίσιμης  περιόδου 1908-1909. Ας δούμε το εισηγητικό σημείωμα της συλλογής, με τίτλο «Πρόλογος».

      Μετά την αναδρομή που κάναμε , προχωρούμε χρονολογικά και βρισκόμαστε πάλι στο χρονικό σημείο του 1946.
      Μετά το θάνατο του Δημήτρη, η οικογένεια μετακομίζει στη Βόνιτσα, με εμφανή τα προβλήματα της φυματίωσης στα εναπομείναντα μέλη αυτής.
       Η αγαπημένη κόρη του  Φιλοκτήτη, η Ελισάβετ, είναι σε άσχημη κατάσταση. Η φυματίωση την έχει καταβάλλει. Από τη συνέντευξη του Θεόδωρου Πανταζόπουλου,βλέπουμε την Ελισάβετ συνεχώς μέσα στη μεγάλη κλειστή τζαμαρία στα ανατολικά του αρχοντικού. Ηταν πανέμορφη παρά την καταβολή που είχε από την ασθένεια. Ήρεμες κινήσεις, ευγενική παρουσία, μια υπέροχη κόρη.
      Η δεκαοκτάχρονη Ελισάβετ δεν αντέχει την επιδείνωση της ασθένειας και στις 11 το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου του 1948, παραδίδει το πνεύμα της. Η καμπάνα του Αγίου Σπυρίδωνα ξανακτυπά για την οικογένεια του Φιλοκτήτη. Αυτή τη φορά, ο πατέρας του Βασίλη Βασιλάκου, ο Νικόλαος, αναλαμβάνει την αναγγελία στο ληξιαρχείο της Βόνιτσας στις 9 το πρωί της 13ης Οκτωβρίου.
       Σε αυτό το σημείο πρέπει να υπενθυμίσουμε στους αναγνώστες του άρθρου ότι η Ευθαλία χήρα Φιλοκτήτη ήταν κόρη της Κων/νας Κουρκούτα, το γένος Βασιλάκου.  Γιαυτό τον λόγο τις αναγγελίες του θανάτου και τις ετοιμασίες της ταφής τις είχαν αναλάβει οι Νίκος και Βασίλης Βασιλάκος.

     Το κλίμα πλέον είναι βαρύ. Ο πρωτότοκος γιός, ο Ηλίας κτυπημένος και αυτός από την αρρώστια, αλλά και η μητέρα του η Κυρία Ευθαλία, παρακολουθούν την  συνέχιση της τραγωδίας.
     Στα χρόνια που ακολουθούν, η ιατρική επιστήμη έχει προοδεύσει από πλευράς φαρμάκων για τη φυματίωση. Τόσο η Ευθαλία , όσο και ο Ηλίας ακολουθούν μια φαρμακευτική θεραπεία, που για μεν την Ευθαλία υπάρχει το αποτέλεσμα , για δεν τον Ηλία, μπορεί να περιορίζει τον κίνδυνο, όμως δεν τον εξαλείφει.

     Ο κύριος Ηλίας Τσουλούφος μας περιγράφει την κατάσταση : «Ο Ηλίας δεν πρόσεχε, για μεγάλα διαστήματα δεν έπαιρνε τα φάρμακά του, έκανε ζωή με ξενύχτια, και κάπνιζε αρκετά».
      Ο Παντελής Σουρτζής μας περιγράφει τις ιδιομορφίες του Ηλία: Κατέβαινε στο μαγαζί για καφέ. Ηταν ντυμένος με το κουστούμι του, λίγο αδύνατος και πάντα κοινωνικός. Τον καφέ τον έπινε βαρύ γλυκό. Κάπνιζε άσσο σκέτο. Δεν αγόραζε τσιγάρα από τα δυό περίπτερα της πλατείας, επειδή κατά την άποψή του, ο ήλιος που κτυπούσε τα πακέτα των τσιγάρων έκανε ξηρό τον καπνό. Προτιμούσε για τα τσιγάρα του τον μπάρπα Μήτσο τον Γαλανό, του οποίου το μαγαζί ήταν εστεγασμένο.»
       Ο Νίκανδρος Ιωάννου μας μετέφερε την εικόνα του Ηλία να περνά καθημερινά από το κατάστημα και οι εκεί υπάλληλοι να του βάφουν τα παπούτσια. Το τελευταίο χειμώνα φορούσε μια υπέροχη μπεζ καμπαρτίνα, ενώ το κουστούμι του ήταν πάντα περιποιημένο.
     Ο Ηλίας ήταν φοιτητής της Παντείου. Το 1963, ο  Ηλίας εμφανίζει πάλι τα συμπτώματα της φυματίωσης και η κατάσταση της υγείας του είναι άσχημη. Νοσηλεύεται στην Αθήνα, όπου εκεί πεθαίνει. Ο Νίκανδρος Ιωάννου μας είπε για αυτή την μέρα της κηδείας του: «Τον Ηλία τον γνώριζα καλά. Ερχονταν στο κατάστημα του πατέρα μου , περιποιημένος πάντα. Την ημέρα της κηδείας του, στάλθηκε από την Αθήνα το πτυχίο του από τη Πάντειο. Το βάλανε μαζί του στο φέρετρο».
Ηταν μια κηδεία που ότι και να γραφεί σε χαρτί δεν μπορεί να περιγράψει τις τότε εικόνες.

      Πλέον η κυρία Ευθαλία έμεινε μόνη της. Παρατηρεί άσχημα ιατρικά προβλήματα και φοβάται την φυματίωση. Φεύγει από τη Βόνιτσα και ανεβαίνει την Αθήνα, στην αδελφή της την Δάφνη. Η διάγνωση είναι καρκίνος. Βέβαια η επιβάρυνση της υγείας της, απο την φυματίωση που είχε περάσει, επιδεινώνει την κατάσταση. Μετά από λίγα χρόνια, το 1973 πεθαίνει στην Αθήνα, κλείνοντας το κύκλο της τραγωδίας. Η κηδεία της γίνεται στη Βόνιτσα, κλείνοντας το κύκλο στη μεγάλη τραγωδία .






Για την Αμφικτιονία Ακαρνάνων

ΝΤΙΝΟΣ Στυλιανός



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο