Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Η αναγκαιότητα του συνταγματικού σοκ!


Γράφει ο: Ευάγγελος Γ. Συγκούνας

    Υπό κανονικές συνθήκες σε αρκετές περιπτώσεις άλλων χωρών, οι κρίσεις των κοινωνιών θεωρούνται ως “ευκαιρία εξαγνισμού”. Ευκαιρία για αυτοκάθαρση, αναγέννηση, βαθιές τομές και ριζικές καινοτομίες με στόχο να μην επαναλαμβάνονται όλα όσα οδήγησαν τις κοινωνίες στην κρίση. Αυτό όμως δεν ισχύει για τη χώρα μας. Παρόλο που έχουν φτάσει στα όρια τους όλα τα δομικά συστατικά της (κόμματα, θεσμοί, αξίες, νόμοι, νοοτροπίες) δεν έχουμε ωριμάσει αρκετά και δεν έχουν κατακτηθεί  οι πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις για τον μετασχηματισμό της σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.......



       Εκτιμώ ότι, από την μία ο άκρατος λαϊκισμός τον οποίον επιδείκνυαν οι κυβερνώντες και στον οποίον είχαμε εκπαιδευτεί επί δεκαετίες και από την άλλη  ο φόβος της απώλειας επιρροής και δύναμης στο πελατειακό σύστημα το όποιο είχαν κτίσει επί δεκαετίες, ακόμη καλά κρατούν και ματαιώνουν κάθε σκέψη για θεαματικές αλλαγές στο άμεσο μέλλον. Εντός της κοινωνίας έχουν εξανεμισθεί οι ψυχικές αντοχές όπως και το ψυχολογικό φορτίο υποστήριξης ελπιδοφόρων πολιτικών από τις ιθύνουσες δυνάμεις της χώρας.
       Η Ελληνική κοινωνία είναι έντονα αστικοποιημένη, κατακερματισμένη και με καταργημένες τις ιεραρχίες της, με ανύπαρκτες τις πρωτοπόρες εκείνες μειοψηφίες που θ’ άνοιγαν τους καινούριους δρόμους, και χωρίς κινητήριες εσωτερικές δυνάμεις.
     Οι περιστάσεις απαιτούν “μεταρρυθμίσεις-σοκ”. Ολοκληρωτικές αλλαγές σε όλα τα πεδία της δημόσιας ζωής της χώρας. Η χώρα πρέπει να αποκτήσει συγκεκριμένο προορισμό και πλεύση. Αυτό απαιτεί όμως ένα μεγάλο πανεθνικό consensus, μία μεγάλη εθνική συναίνεση. Η συναίνεση όμως μεταξύ των σημερινών κομμάτων με τον τρόπο που λειτουργούν και στο πλαίσιο του συντηρούμενου λαϊκισμού είναι και ουτοπία αλλά και να επιτευχθεί θα είναι άνευ αντικρίσματος. Ο λαϊκισμός δεν παράγει consensus, παρά μόνο εξουσιασμό και υποκρισίες. Απαιτείται μια “νέα συμφωνία της ελληνικής κοινωνίας”, κυρίως με τον εαυτό της, για το που θέλει να πάει η χώρα.
            Η κατάσταση απαιτεί έναν άλλο τύπο και κυρίως ένα άλλο πνεύμα διακυβέρνησης. Κατά καιρούς έχει γίνει συζήτηση για οικουμενικά σχήματα και κυβερνήσεις τεχνοκρατών. Δεν υπάρχουν τέτοιες λύσεις εντός των σημερινών πολιτικών δυνάμεων. Το πολιτικό σύστημα χρειάζεται το ίδιο ένα ισχυρό ηλεκτροσόκ  πριν επιχειρήσει αξιόπιστα να καθοδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση.
          Μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί εθνικό consensus. Μόνο έτσι μπορούν να ληφθούν αποφάσεις εθνικών διαστάσεων. Μόνο έτσι δεν θα κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας με ψευτοσυναινέσεις, ημίμετρα και αλυσιτελείς δήθεν μεταρρυθμίσεις. Μόνο έτσι μπορούν να διασφαλιστούν κοινωνικές συμμαχίες και ισχυρές πολιτικές νομιμοποιήσεις.
Με όλα τα παραπάνω δεδομένα, είναι λογικό μια κοινωνία που θέλει όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να μακροημερεύσει, το πρώτο που θα πρέπει να σκεφθεί να είναι η αλλαγή εκ βάθρων των συνταγματικών της δομών μιας και αποτελούν την «ραχοκοκαλιά» κάθε οργανωμένης κοινωνίας και στην περίπτωση μας αποτελεί και το ανάχωμα του άκρατου λαϊκισμού της επικοινωνιοκρατίας και της διαφθοράς.
          Ακούγονται ολοένα και συχνότερα πλέον οι φωνές που εκφράζονται πως θα πρέπει να ξεκινήσουμε με μια εκ θέμελων αναδιάρθρωση με την ευκαιρία της δυνατότητας της επόμενης συνταγματικής αναθεώρησης με ρηξικέλευθες προτάσεις συνταγματικής πολιτικής, που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν, ουσιαστικά και συμβολικά, τη φυγή προς τα μπρος, που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος σε αυτή την τόσο κρίσιμη περίοδο.

Εξισορρόπηση  του συστήματος
Ο μεταπολιτευτικός κοινοβουλευτικός βίος είναι πια διαπιστωμένο και αποτελεί καθολική παραδοχή πως έχει φθάσει στα όρια του. Η  αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των δύο πόλων της εκτελεστικής λειτουργίας, που διαταράχθηκε με την αναθεώρηση του 1986, θα πρέπει να είναι ο πρώτος στόχος μας. Ενδυνάμωση του Προέδρου της Δημοκρατίας ισορροπώντας την σημερινή υπέρμετρη ενίσχυση του Πρωθυπουργού και το προβληματικό  πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο, χωρίς αντίβαρα, ελέγχους και ισορροπίες, με κύρια χαρακτηριστικά την πολιτική υποβάθμιση της Βουλής και τη σχεδόν ολοκληρωτική θεσμική κατάρρευση της χώρας.
Η συνολική παρακμή του κοινοβουλευτισμού, η οποία έχει την μέγιστη ευθύνη για την  πορεία του τόπου προς την καταστροφή επιτακτικά απαιτεί ριζικές αλλαγές και ριζοσπαστικές λύσεις. Ριζοσπαστικές αντιπαράθεσεις με όλες τις παθογένειες του ισχύοντος κοινοβουλευτικού εξαμβλώματος, με όλες τις κακοήθεις στρεβλώσεις των θεσμών πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε το σημερινό, κλυδωνιζόμενο συθέμελα, οικοδόμημα του ελληνικού πολιτικού συστήματος.

 Ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας
Η Καθιέρωση ενός προεδρικού συστήματος, αποτελεί δυστυχώς ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο λόγω της συνταγματικής απαγόρευσης της αλλαγής της μορφής του πολιτεύματος ως προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (άρθρα 1 και 110 Σ). Με δεδομένο όμως τον ισχνό και άνευ αντικειμένου ρόλο του ανωτάτου πολιτικού προσώπου θα πρέπει να:
o-Επαναφέρουμε σχεδόν το σύνολο των αρμοδιοτήτων που διέθετε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με το Σύνταγμα του 1975 (με κάποιες ενδεχομένως εξαιρέσεις ή αλλαγές που θα μπορούσαν να συζητηθούν αν και όταν φθάσει η ώρα),
o-Εκλογή του Προέδρου από τον λαό, με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία και με απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων (άρα και με δεύτερο γύρο, αν χρειασθεί). Η εκλογή αυτή θα γίνεται κάθε πέντε χρόνια, ένα μήνα πριν από τις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες θα γίνονται επίσης κάθε πέντε χρόνια.

        Συνταγματικά τα παραπάνω είναι εφικτά δεδομένου ότι ο ίδιος ο συνταγματικός νομοθέτης του 1975 θεώρησε θεμιτή μια τέτοια εκδοχή προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Καθιέρωση Γερουσίας
Καθιέρωση Γερουσίας, με 50 αιρετά από τον λαό μέλη (και αντίστοιχη μείωση των μελών της Βουλής στα 150), με ενιαίο ψηφοδέλτιο στο οποίο θα μπορούν να μετέχουν φυσικά και μη κομματικά στελέχη( αυτός και ο κύριος στόχος) και με αρμοδιότητες αφενός μεν νομοθετικές και ελεγκτικές, αφετέρου δε εγγυητικές. Μια τέτοια καθιέρωση, η οποία βεβαίως είναι επίσης συμβατή με την προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία (όπως δείχνει το παράδειγμα πολλών ισχυόντων Συνταγμάτων αλλά και του δικού μας Συντάγματος του 1927), θα προσθέσει πολιτική αξιοπιστία, θεσμικό έλεγχο, και βάθος στη νομοθετική λειτουργία

Ενίσχυση και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των θεσμών
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να έχει συνταγματικά και πολιτικά την εξουσία να διασφαλίζει, με τρόπο θεσμικά πρόσφορο και αποτελεσματικό, την απεμπλοκή από κρίσιμες καταστάσεις, στις οποίες μπορεί να οδηγηθεί η χώρα λόγω παρατεταμένων πολιτικών αγκυλώσεων, ή και βραχυκυκλώσεων, στις σχέσεις Βουλής και κυβέρνησης.
Νέες θεσμικές ιεραρχίες, με ισχυρή αναβάθμιση του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και νέες θεσμικές χωρητικότητες, με ανακατανομή ρόλων και δυνατοτήτων στο πλαίσιο της νομοθετικής λειτουργίας. Προς την κατεύθυνση αυτή ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαθέτει, πέρα από την παραδεδομένη - προτρεπτική ή αποτρεπτική - άτυπη λειτουργία του, σημαντικά όπλα από τη συνταγματική φαρέτρα του 1975. Επίσης να έχει την δυνατότητα να παραπέμπει κατά την κρίση του ψηφισμένα νομοσχέδια στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ), προκειμένου αυτό να ασκεί προληπτικό έλεγχο της συνταγματικότητάς τους, μετεξελισσόμενο έτσι, ενδεχομένως και με την ανάληψη ορισμένων πρόσθετων σχετικών αρμοδιοτήτων, σε Συνταγματικό Δικαστήριο.

Νέο εκλογικό σύστημα
Το πολιτικό σύστημα θα μπορούσε να κινηθεί ευχερέστερα προς την κατεύθυνση της καθιέρωσης της απλής αναλογικής, με την πρόβλεψη έστω κάποιων ασφαλιστικών δικλίδων κυβερνησιμότητας, που θα μπορούσαν να συνοψισθούν στη διατήρηση ενός bonus 30-40 εδρών αν ένα κόμμα ή ένας συνασπισμός κομμάτων είναι σχετικά κοντά στην αυτοδυναμία (π.χ. πάνω από 44%) και ταυτόχρονα απέχει τουλάχιστον 1-2 ποσοστιαίες μονάδες από το(ν) δεύτερο. Το νέο δε αυτό εκλογικό σύστημα επιβάλλεται να συνδυασθεί με την κατάργηση, επιτέλους, του σταυρού προτίμησης, που αποτελεί αναμφισβήτητα την πιο βαθιά ρίζα της πελατειακής συναλλαγής. 
Αποτροπή ασταθειών του πολιτικού κλίματος
αποτροπή καταχρηστικών διαλύσεων της Βουλής, ακόμη και αν μεσολαβήσουν, για οποιονδήποτε λόγο, ενδιάμεσες εκλογές. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση ενδιάμεσων εκλογών η βουλευτική περίοδος θα διαρκεί μόνο όσο είναι το υπολειπόμενο χρονικό διάστημα ως την ως άνω καθορισμένη ημερομηνία των εκλογών (κατά το σουηδικό πρότυπο).

Επιπροσθέτως, πλήρης κατάργηση των πάσης φύσεως πολιτικοθεσμικών «προνομίων» (ποινική ευθύνη υπουργών, ασυλίες, κτλ.), ώστε να χτυπηθεί στον πυρήνα της η λογική του καθεστωτισμού, αφετέρου δε η εκ βάθρων τροποποίηση του συστήματος χρηματοδότησης κομμάτων και υποψηφίων, ώστε να αναγκασθούν τα κόμματα να εισαγάγουν διαφανείς και δημοκρατικές διαδικασίες, σκιαγραφεί το  περίγραμμα μιας ριζικής και συνολικής συνταγματικής τομής, η μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το νέο σημείο εκκίνησης για την πολιτική και οικονομική ανάταξη του τόπου. 
   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο