Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Η ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΑΙΤΩΛΙΑ (Απόσπασμα διηγήματος)


Του Ανδρέα Μουντούρη
(Συντ/χου εφοριακού-συγγραφέα)
E-mail: a.moudouris@gmail.com

          Εκείνη λοιπόν τη μέρα του Οκτώβρη, όπως κι όλες τις προηγούμενες, βρισκόμασταν με την Άννα, τη γυναίκα μου, στο σπίτι μας στο χωριό, άλλωστε τον περισσότερο χρόνο μας εκεί τον περνάμε. Μετά το μεσημεριανό γεύμα σηκώθηκα και κατευθύνθηκα προς τη βεράντα, ο καιρός ήταν θαυμάσιος. Αν κι από νωρίς γκρίζα σύννεφα, είχαν καλύψει σχεδόν όλον τον ορίζοντα, ο καιρός δε φαινόταν να το «πηγαίνει» για βροχή. Η μέρα ήταν «γλυκιά», δεν έκανε ούτε κρύο ούτε ζέστη.
        Οι κάτοικοι του χωριού αναπαύονταν στα σπίτια τους, ήταν ώρα κοινής ησυχίας, κι έξω επικρατούσε απόλυτη σιγή. Ακουγόταν μονάχα το κελάηδισμα των πουλιών. Οι σπίνοι (τα τσόνια), που έρχονται κατά μιλιούνια και κουρνιάζουν, στις πυκνές φυλλωσιές του γειτονικού ελαιώνα, κάθε μέρα, τέτοια ώρα αρχίζουν τη συναυλία τους!........



         Κι εγώ ακουμπισμένος στα κάγκελα της βεράντας, φέρνω το βλέμμα μου ολόγυρα, και δε χορταίνω όλη τούτη την ομορφιά που η φύση απλόχερα χάρισε σ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο!

      Όπου κι αν κοιτάξεις, παντού θ’ αντικρίσεις μαγικές εικόνες που σε γεμίζουν ευφροσύνη. Κοιτάζω κατά το ρέμα, κι αντικρίζω τα αιωνόβια  πλατάνια, να στέκονται εκεί παρατεταγμένα στις όχθες, σχηματίζοντας μια τεράστια καταπράσινη αλέα που φθάνει ως τη λίμνη.
       Κοιτάζεις ανατολικά  και θωρείς τον κάμπο, ο οποίος μετά τις αναβροχιές του Καλοκαιριού, αναζητώντας λίγη δροσιά, απλώνεται ν’ αγκαλιάσει τα γλυκά νερά της Τριχωνίδας. 
     Κοιτάζεις βόρεια, κι αντικρίζεις στο βάθος του ανταριασμένου ορίζοντα,  την Κυρά-Βγένα, τη ξεγυμνωμένη κορφή του πανέμορφου Παναιτωλικού.

         Χαμηλώνεις στις καταπράσινες πλαγιές του και διακρίνεις τα θρυλικά χωριά της Αιτωλίας, όπως τη μαγευτική Μυρτιά με το φυσικό της καταρράχτη, και τα κρύα του νερά, που ποτίζουν πλουσιοπάροχα τους εύοσμους πορτοκαλεώνες και τα λεμονοδάση που απλώνονται μέχρι τις όχθες της Τριχωνίδας, κάνοντας το τοπίο να μοιάζει «Ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» !
         Στον καταρράχτη και τα κρύα του νερά, άκουσα, πως αναφέρεται το δημοτικό τραγούδι της «Κυρά- Βαγγελιώς», της Μυρτιώτισσας: 
«Ένα νερό Κυρά-Βαγγελιώ/ ένα νερό κρύο νερό/ κι από πούθε κατεβαίνει/ Βαγγελιώ μου παινεμένη/…..»

      Στη συνέχεια διακρίνεις την Καλλιθέα, όπου το ίδιο της το όνομα μιλάει για της χάρες της. Απ’ όποιο σημείο της κι αν αγναντέψεις, η θέα που προσφέρεται είναι μοναδική. Η Τριχωνίδα με τις πεδιάδες της ολόγυρα, καθώς και η Λυσιμαχεία,  που μόλις την ξεχωρίζεις στο βάθος, δυτικά του ορίζοντα, είναι χάρμα οφθαλμών, όσο για τον μαγευτικό Αράκυνθο, που εκτείνεται στα νότια των λιμνών, μοιάζουν  οι πλαγιές του με μια τεράστια κληματαριά, που έχει για τσαμπιά της, τα πανέμορφα χωριά της Μακρυνείας και για βέργες της, τους δρόμους που τα συνδέουν…...
      Την Παληοκαρυά με τα πέτρινα αρχοντικά της, τα νόστιμα φρούτα της και το στενό φαράγγι, όπου παλιά ήταν το πέρασμά της.
     Τη Νερομάνα με τ’ άφθονα πηγαία νερά της, όπου αναβλύζουν εκεί, στη γραφική της πλατεία με τα βαθύσκιωτα πλατάνια, και το παλιό εκκλησάκι της «Μεταμόρφωσης του Σωτήρος», να στέκεται πάνω στην κορυφή του βράχου «Βιγλάτορας»  και  « Φύλακας Άγγελος » της περιοχής, ενώ ο μικρός της καταρράχτης μαζί με το νερόμυλο και τη νεροτριβή συμπληρώνουν το καταπράσινο σκηνικό της.

     Στο δυτικό τμήμα της Κυρά-Βγένας, εκεί που είναι σήμερα το χωριό Βλοχός, αντικρίζεις σε μιαν ακραία κορφή των Αραποκεφάλων του Παναιτωλικού, το φρούριο των Θεστιέων, τα απομεινάρια του τείχους της Ακρόπολης, εκεί όπου η ιστορία χάνεται 4000 χρόνια πίσω στο παρελθόν..
     Εκεί στη βάση του βράχου προβάλλει  και το Μοναστήρι της Παναγιάς. Τόπος ιερός,  γαλήνης, προσευχής και περισυλλογής, που με την παρουσία του εκεί δείχνει τη συνέχεια του πολιτισμού μας, μέσω του Χριστιανισμού.
      Αντικρίζεις την Παραβόλα, το διοικητικό κέντρο του ομώνυμου δήμου, με τα λείψανα της αρχαίας πόλης και τους περιβόλους των Τειχών της Ακρόπολης, να φαντάζουν πάνω στο χαρακτηριστικό οχυρό ύψωμα.

      Χαμηλώνοντας ακόμη περισσότερο, εκεί κατά μεσοίς του κάμπου, και σχεδόν, σε κοντινή απόσταση από την Τριχωνίδα, διακρίνεις τους μεγαλύτερους σε πληθυσμό οικισμούς της περιοχής, το Καινούριο και το Παναιτώλιο
       Αν στρέψεις το βλέμμα σου αριστερά κατά τη Δύση, κάποια άλλη μαγική εικόνα μοστράρει μπροστά σου, έτοιμη να σε συναρπάσει. Είναι η εικόνα  της λίμνης εκείνης, που κατά την αρχαιότητα ονομάζονταν Ύδρα, ενώ σήμερα μας είναι γνωστή με την ονομασία Λυσιμαχεία. Τη βλέπεις ν’ απλώνεται στο δυτικό  τμήμα του Λεκανοπέδιου, γαληνεμένη και με τους απροσπέλαστους καλαμιώνες ολόγυρα, να στέκονται εκεί σαν άγρυπνοι φρουροί, δημιουργώντας συγχρόνως το καταφύγιο μιας σπάνιας ποικιλίας ενδημικών και αποδημητικών πουλιών, με πρωταγωνιστές  τις φαλαρίδες και τις αγριόπαπιες. 
      Βλέπεις ακόμη μια καταπράσινη στενή λωρίδα γης με τη μορφή δίκοπου σπαθιού, να καρφώνει κάθετα τη λίμνη στο πλευρό της, προσπαθώντας να τη χωρίσει στα δύο. Αυτή η αιχμηρή χερσόνησος που όλο και συνεχίζει επίμονα να εισχωρεί στη λίμνη, είναι το αποτέλεσμα των προσχώσεων του ποταμού Ερμίτσας.
      Στο βάθος η μαγική αυτή εικόνα έχει για φόντο τα περήφανα Ακαρνανικά βουνά, σημείο αναφοράς του ηρωικού Ξηρόμερου………..

       Βρέθηκα σε κατάσταση έκστασης, ύστερα απ’ όλον εκείνον τον αισθησιασμό, και ξαφνικά με διέκοψε η παρουσία της γυναίκας μου.
     Είχε φέρει τους καφέδες, τους απόθεσε στο μικρό τραπεζάκι της βεράντας  και καθίσαμε παρέα να τους απολαύσουμε. 
-Αλέξη μου, σήμερα έχει ωραία μέρα, δε θα το πιστέψεις , σε ζηλεύω που ευκαιρείς και το απολαμβάνεις !
-Ναι πράγματι, μέχρι τώρα αυτό έκανα, απολάμβανα μ’ ευχαρίστηση, όλη τούτη την ομορφιά που μας περιβάλλει!
Κοίταξε απέναντι το Αγρίνιο! Δες το, πόσο φωτεινό το κάνει ο ήλιος! Κοίταξε τις λίμνες! Δεν είναι πανέμορφες;
-Αχ! Αυτές οι λίμνες!  Φαντάζεσαι Αλέξη μου να ήταν θάλασσες, εμείς που μένουμε δίπλα τους, θα ήμασταν προνομιούχοι !
-Αννα, ξέρω πόσο αγαπάς τη θάλασσα, όμως κι εγώ την αγαπώ, κι όχι απλά την αγαπώ, αλλά τη λατρεύω, είναι κάτι που με μαγεύει, κάτι που με ταξιδεύει σ’ άλλους κόσμους, εντελώς φανταστικούς.
    Δεν πρέπει όμως να χολοσκάς, δεν είναι δα και μακριά μας, σχεδόν την έχουμε στα πόδια μας. Το πολύ, μισή ώρα δρόμος μας χωρίζει από την απεραντοσύνη της.
    Όμως νομίζω, πως αν αυτές οι λίμνες ήταν θάλασσες, ίσως τα πράγματα να ήταν χειρότερα για όλους μας. Θα χάναμε εντελώς την ηρεμία μας.
     Νόμιμα ή παράνομα θα είχαν κτιστεί τα πάντα γύρω μας. Η πίσσα και το τσιμέντο θα μας έπνιγε, όπως συμβαίνει και στις τουριστικές περιοχές, άσε που οι οικοπεδοφάγοι θα μας είχαν κάψει όλον τον Αράκυνθο, αυτόν τον εθνικό μας δρυμό!
Έχουμε γυρίσει σχεδόν, σπιθαμή προς σπιθαμή όλη την Ελλάδα, και τη γνωρίσαμε  καλά. Όχι ! Κοίταξε σε παρακαλώ το βουνό μας, και πές μου: «Έχεις παρατηρήσει αλλού πουθενά αυτή την παρθένα φύση; Αυτή την οργιώδη βλάστηση; Αυτή τη σπάνια ποικιλία από θάμνους και δέντρα, μ’ αυτόν τον υπέροχο συνδυασμό χρωμάτων;».
      Σκέψου ακόμη, πως τα τελευταία χρόνια, η υπερθέρμανση του πλανήτη μας, έφερε την κλιματική αλλαγή, καύσωνες, ακραία καιρικά φαινόμενα, και απειλεί με εξαφάνιση ή ερημοποίηση επίγειους παράδεισους.
      Τα πόσιμα νερά έχουν λιγοστέψει κι ένα μέρος αυτών έχει μολυνθεί.
       Βλέπω λοιπόν, στο μέλλον, οι λίμνες μας ν’ αποτελούν τις εφεδρείες πόσιμου νερού όλης της Στερεάς Ελλάδας της Εύβοιας και πιθανόν και της Πελοποννήσου!

Έπειτα τη μόλυνση του περιβάλλοντος, που την πάς ;
   «Ως τώρα η φύση μπορούσε να αφομοιώνει τη μόλυνση και την ασχήμια και να τις μετατρέπει σε στοιχεία υγείας και ομορφιάς. Όμως τις τελευταίες δεκαετίες έχει αρχίσει μια αντίστροφη πορεία. Το μολυσμένο και το άσχημο έχουν πληθύνει τόσο πολύ, που άρχισαν να αφομοιώνουν το υγιές.  Ευτυχώς για την περιοχή μας, η μόλυνση ακόμη δεν ξεπέρασε τα επιτρεπτά όρια. Μπορεί κι αντιστέκεται. Πρέπει όμως όλοι από κοινού, και κυρίως οι τοπικοί άρχοντες, να φροντίσουμε, ώστε αυτή η αντίσταση να γίνει μόνιμη και διαρκής, γιατί μονάχα έτσι θα μπορέσουμε να θωρακίσουμε την υγεία και το μέλλον των παιδιών μας.
      Όμως η Ελλάδα μας και ιδιαίτερα ο τόπος μας η Αιτωλοακαρνανία έχει μια τέτοια ποικιλία εδάφους, χλωρίδας, πανίδας, χρωμάτων, και ακτών, που αναπόφευκτα επιδρά ποικιλοτρόπως πάνω στους κατοίκους της.
     Αλλάζοντας από μέτρο σε μέτρο το Ελληνικό τοπίο, αλλάζει και η διάθεσή μας, αλλάζει και η σκέψη μας. Έτσι η πολύτροπη ελληνική φύση, έκανε την ελληνική σκέψη συμπαντική και τον Έλληνα πολίτη του κόσμου.» 
……..  
       Η Άννα αφού ήπιε τον καφέ της, θυμήθηκε τις δουλειές, που τις άφησε στη μέση, και σηκώθηκε βιαστικά να φύγει.
-Αλέξη μου καλή είναι η παρέα σου, αλλά εγώ πρέπει να σ’ αφήσω, γιατί έχω ακόμη ένα σωρό δουλειές να κάνω. Πρέπει να τελειώνω σήμερα με το καθάρισμα του σπιτιού, κι αύριο να στρώσω τα χαλιά και τις μοκέτες. Τα βράδια άρχισε να κάνει κρύο, και μη ξεχνάς, πως την Παρασκευή περιμένουμε κι’  επισκέπτες. Θα έρθουν τα εγγονάκια μας. Το σπίτι πρέπει να είναι ζεστό, γιατί θα μείνουν μαζί μας και το Σαββατοκύριακο και δε θέλω με τίποτε να κρυώσουν τ’ αγγελούδια μας !
-Μην αγχώνεσαι καλή μου, όλα θα γίνουν όπως πρέπει, άλλωστε θα βοηθήσω κι’ εγώ, δεν είμαι άσχετος με τις δουλειές του σπιτιού.
      Σε λίγο θα κατέβω στο περιβόλι, θέλω να ραντίσω μερικά δέντρα, δε θ’ αργήσω, μια ώρα το πολύ κι’ έπειτα είμαι στη διάθεσή σου.                          
-Πάλι ραντίσματα και φάρμακα Αλέξη μου;  Δεν είπαμε να μη χρησιμοποιούμε δηλητήρια και λιπάσματα;  Τουλάχιστον αυτά που μπορούμε να τα παράγουμε μόνοι μας, ας είναι, όσο γίνεται πιο υγιεινά !
-Δίκιο έχεις Άννα, όμως σήμερα αν δε ραντίσεις δε γίνεται τίποτα. Η φύση έχασε πια την ισορροπία της. Από τη μια η κλιματική αλλαγή, από την άλλη η αλόγιστη χρήση των φυτοφαρμάκων, όλα αυτά επιδρούν δυσμενώς στην παραγωγή. Πάντως εγώ να ξέρεις, αποφεύγω τα δηλητήρια όπως και τα λιπάσματα.
      Να, πριν λίγες μέρες έριξα στα δέντρα μου αντί για λίπασμα χωνεμένη κοπριά, που μου έφερε ο κυρ-Σταύρος ο κτηνοτρόφος.
     Η κοπριά μου είπε, δυναμώνει τα δέντρα και νοστιμίζει τους καρπούς, ζεσταίνει τις ρίζες τους, κυρίως τα εσπεριδοειδή, και τα προφυλάσσει από τις παγωνιές του Χειμώνα.
      Αλλά ούτε δηλητήρια χρησιμοποιώ, ραντίζω συνήθως με φάρμακα οικολογικά. Να, τώρα θα ραντίσω με βορδιγάλιο πολτό, τις δύο πορτοκαλιές, τη μανδαρινιά, τη λεμονιά, και τις δύο βερικοκιές.
        Το βορδιγάλιο πολτό μου τον έμαθε ο πατέρας μου, γιατί κι’ εκείνος μ’ αυτόν ράντιζε τ’ αμπέλι μας. Είναι διάλυμα θειικού χαλκού και γάλα ασβέστη σε νερό. Προστατεύει τα αμπέλια κι άλλα φυτά από τον περονόσπορο κι’ άλλες ασθένειες, όπως η κόλα, που προσβάλει κυρίως τις ροδακινιές, τις βερικοκιές και τις κερασιές.
      Την κληματαριά μας τη ραντίζω μόνο με χαλκό κι ασβέστη και πριν πιάσουν οι μεγάλες ζέστες , τότε μ’ ένα φυσερό, τα θειαφίζω για τη στάχτη.
       Πάντως, φέτος είχαμε καλή σοδειά. Κοίταξε, σε λίγο τελειώνει κι ο Οκτώβρης και το «κέρινο» είναι ακόμα γεμάτο από σταφύλια !
        Το θειάφι κι ο χαλκός τους έκαναν καλό. Είμαι πολύ περήφανος για το περιβόλι μου, μα πιο πολύ καμαρώνω για ’κείνα  τα οπορωφόρα που τούτη την εποχή είναι φορτωμένα με τους νόστιμους και πολύτιμους καρπούς τους. Οι πορτοκαλιές, η μανταρινιά και οι δυό ροδιές έχουν την τιμητική τους και δεν είναι λίγες οι στιγμές που δέχονται τις επισκέψεις μας !  

       Στην Άννα, αν κι’ είχε να συνεχίσει τις δουλειές της, δεν της έκανε καρδιά ν’ αφήσει τον Αλέξη, και να μπει στο σπίτι. Παρέμεινε για λίγο ακόμη στη βεράντα και χάζευε, κοιτάζοντας ολόγυρα ! …..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο